ΑρχικήΠοδοσφαιροΓιουβέντους! Η ίδρυση και η ιστορία της ομάδας

Γιουβέντους! Η ίδρυση και η ιστορία της ομάδας

Η Γιουβέντους ιδρύθηκε την 1η Νοεμβρίου 1897 από μία ομάδα μαθητών του λυκείου Massimo D’Azeglio Lyceum του Τορίνο.

Το αρχικό της όνομα ήταν Σπορτ Κλαμπ Γιουβέντους (Sport Club Juventus), αλλά ύστερα από δύο χρόνια μετονομάστηκε σε Φούτ-μπολ Κλαμπ Γιουβέντους (Foot-Ball Club Juventus).

Tα άτομα που εμπλέκονταν στην ίδρυση της ομάδας ήταν οι:

Gioacchino Armano
Alfredo Armano
Enrico Canfari
Eugenio Canfari
Francesco Daprà
Domenico Donna
Carlo Ferrero
Luigi Forlano
Luigi Gibezzi
Umberto Malvano
Enrico Piero Molinatti
Umberto Savoia
Vittorio Varetti
Πρώτος πρόεδρος της ορίσθηκε ο Εουτζένιο Κανφάρι (Eugenio Canfari) και αρχικά έπαιζαν στο «Piazza D’Armi» στη περιοχή «Crocetta» στο Τορίνο.

Εκείνη την περίοδο η ομάδα αγωνιζόταν με ροζ φανέλες και μαύρα σορτς (rosanero).

Το 1900 συμμετείχε για πρώτη φορά στο Ιταλικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου.

Το πρώτο της παιχνίδι ήταν με αντίπαλό τη Τορινέσε (FBC Torinese), στις 11 Μαΐου 1900 στο Piazza D’Armi.

Η Γιουβέντους έχασε με 1-0.

Την δεύτερη χρονιά έφτασαν στους ημιτελικούς νικώντας την τοπική Ginnastica Torino με 5-0, ενώ εκεί αποκλείστηκαν από τη Milan Cricet (2-3).

Το 1903 η ομάδα απέκτησε τα σημερινά της χρώματα (μαύρο και άσπρο), από τα χρώματα της Νόττς Κάουντι, ενώ την ίδια περίοδο μετακόμισε στο «Velodromo Umberto I».

Το 1905 κατέκτησε το πρώτο της πρωτάθλημα, με χρηματοδότη και πρόεδρο τον Ελβετό Αλφρέντο Ντικ, και αρκετούς ξένους παίκτες στη σύνθεσή της.

Την επόμενη χρονιά, μία διαφωνία σχετικά με την έδρα της ομάδας οδήγησε σε μια διάσπαση της.

Ο Ντικ και κάποιοι παίκτες της αποχώρισαν από την ομάδα και ίδρυσαν την Foot-ball Club Torino, που αργότερα απορρόφησε την άλλη ομάδα της πόλης την Τορινέσε.

Η Γιουβέντους και η Τορίνο, έχοντας μείνει οι δύο τους στην πόλη, ανταγωνίζονταν σκληρά μεταξύ τους και το παιχνίδι ανάμεσά τους φέρει το όνομα «Derby della Mole».

Μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο η Γιουβέντους προσπαθούσε να επανέλθει στη κατάσταση πριν την κρίση.

Το 1923 την ομάδα ανέλαβε ο ιδιοκτήτης της FIAT Εντοάρντο Ανιέλι (Edoardo Agnelli).

Η ομάδα μετακόμισε στο ιδιόκτητο γήπεδο «Villar Perosa».

Την περίοδο 1926-27 η Γιουβέντους κατέκτησε το δεύτερο της πρωτάθλημα νικώντας την Άλμπα Ρόμα στους τελικούς με συνολικό σκορ 12-1. Κύριος σκόρερ της εκείνη την χρονιά ανεδείχθη ο Αντόνιο Βότζακ.

Η Γιουβέντους κυριάρχησε το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’30.

Από το 1930 έως και το 1935 κατέκτησε 5 συνεχόμενες φορές το πρωτάθλημα Ιταλίας, τις 4 με προπονητή τον Κάρλο Καρκάνο (Carlo Carcano).

Στην ομάδα μεταξύ άλλων αγωνίζονταν οι Ραϊμούντο Όρσι (Raimundo Orsi), Λουίτζι Μπερτολίνι (Luigi Bertolini), Τζιοβάνι Φερράρι (Giovanni Ferrari) και Λούις Μόντι (Luis Monti).

Η ομάδα έφτασε και μέχρι τον τελικό του Mitropa Cup, όπου έχασε από τη Σλάβια Πράγας.

Το 1933 μετακόμισε στο «Στάδιο Μπενίτο Μουσολίνι», 65.000 θέσεων που κτίστηκε για τους αγώνες του Μουντιάλ 1934.

Μετά τον θάνατο του Εντοάρντο Ανιέλλι στις 14 Ιουλίου 1935, αρκετοί από τους παίκτες εγκατέλειψαν την ομάδα.

Το 1938 τερμάτισε δεύτερη πίσω από την Ambrosiana-Inter, ενώ την ίδια χρονιά κατέκτησε το κύπελλο Ιταλίας, για πρώτη φορά στην ιστορία της.

Μετά τον Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο το στάδιο «Μπενίτο Μουσολίνι» μετονομάστηκε σε «Κομουνάλε» (Stadio Comunale) .

Επίτιμος πρόεδρος της ομάδας τοποθετήθηκε ο γιος του Εντουάρντο Ανιέλλι, Τζάννι (Giovanni “Gianni” Anielli).

Το 1950 και το 1952 η Γιουβέντους κατέκτησε άλλα δύο πρωταθλήματα, με το τελευταίο υπό την καθοδήγηση του Άγγλου Τζέσε Κάρβερ.

Το 1957 η Γιουβέντους αποκτά τους Τζον Τσαρλς (John Charles) και Ομάρ Σιβόρι (Omar Sivori) που μαζί με τον Τζανπιέρο Μπονιπέτρι (Gianpiero Bonipetri), που ήταν στην ομάδα από το 1946, κατέκτησαν δύο φορές το πρωτάθλημα, το 1958 και το 1960, ενώ την δεύτερη από αυτές κατέκτησαν και το κύπελλο Ιταλίας, πετυχαίνοντας το πρώτο νταμπλ στην ιστορία της ομάδας.

Το 1961 κατέκτησαν ξανά το πρωτάθλημα, το οποίο είναι το 10o της ιστορίας του συλλόγου.

Η Γιουβέντους, όντας η πρώτη Ιταλική ομάδα που κατέκτησε 10 πρωταθλήματα, απόκτησε τότε και το πρώτο της αστέρι στην φανέλα της (Stella d’Oro al Merito Sportivo), ενώ ο Σιβόρι έγινε ο πρώτος παίκτης της ομάδας που βραβεύθηκε με τον τίτλο του καλύτερου ποδοσφαιριστή στην Ευρώπη, την ίδια χρονιά.

Όταν ο Μπονιπέτρι αποσύρθηκε το 1961, ήταν ο πρώτος της σκόρερ διαχρονικά, έχοντας επιτύχει 182 τέρματα. Το ρεκόρ του θα παραμείνει για 45 έτη.

Το τελευταίο πρωτάθλημα της ήρθε την περίοδο 1966-67 με προπονητή τον Εριμπέρτο Ερρέρα (Heriberto Herrera), ενώ ένας παίκτης που ξεχώριζε ήταν ο αμυντικός Σάντρο Σαλβαντόρε (Sandro Salvadore).

Την δεκαετία του ’70 η Γιουβέντους θα ισχυροποιήσει την παρουσία της στο Ιταλικό πρωτάθλημα, κατακτώντας άλλα 4 πρωταθλήματα (1972, 1973, 1975 και 1977).

Το 1973 θα φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου Ευρώπης, όπου θα χάσει από την ολλανδική ομάδα ΑΦΚ Άγιαξ, με τελικό αποτέλεσμα του τελικού του Βελιγραδίου το 1-0 (το γκολ για τον Άγιαξ ο Τζόνι Ρεπ στο 4’).

Την περίοδο αυτή προπονητής της ήταν ο πρώην της ποδοσφαιριστής Τσέστμιρ Βιτσπάλεκ (Čestmír Vycpálek), που είχε δημιουργήσει μία πάρα πολύ δυνατή ομάδα με παίκτες όπως οι Ντίνο Τζοφ (Dino Zoff), Γκαετάνο Σιρέα (Gaetano Scirea), Ρομπέρτο Μπετέγκα (Roberto Bettega), Φάμπιο Καπέλλο (Fabio Capello) και ο βραζιλιάνος Ζουζέ Αλταφίνι (José Altafini), που είναι ο τρίτος σκόρερ στην ιστορία της Σέριε Α (μαζί με τον Τζουζέπε Μεάτσα, πετυχαίνοντας 216 γκολ σε 459 αγώνες με τις φανέλες της Μίλαν, της Νάπολι και της Γιουβέντους).

Ένας άλλος παίκτης της που απέκτησε ιδιαίτερη δημοτικότητα εκείνη την εποχή ήταν ο Φράνκο Καούζιο (Franco Causio), τόσο ώστε η ομάδα τού επέτρεψε να έχει τα μαλλιά του μακριά, κάτι που ήταν αντίθετο με τους τότε κανονισμούς.

Η ομάδα προσέφερε στους παίκτες της επίσημα ρούχα γνωστών Ιταλών δημιουργών, ενώ τους ενθάρρυνε να συνεχίσουν τις ακαδημαϊκές τους σπουδές.

Αρκετοί ποδοσφαιριστές της από εκείνη την περίοδο μετά το τέλος της καριέρας τους απέκτησαν θέσεις είτε στην ομάδα είτε στη ΦΙΑΤ ή σε άλλες συγγενικές επιχειρήσεις της.

Αν και η Γιουβέντους κυριαρχούσε στην Ιταλία, στην Ευρώπη η πρώτη επιτυχία της ήρθε μόλις το 1977.

Τότε κατέκτησε το Κύπελλο UEFA, στους διπλούς τελικούς ενάντια στην Ατλέτικ Μπιλμπάο με συνολικό σκορ 2-2 (Τορίνο:1-0, Μπιλμπάο: 2-1).

Τα γκολ για την ιταλική ομάδα πέτυχαν ο Μάρκο Ταρντέλι στο Τορίνο και ο Ρομπέρτο Μπετέγκα στο Μπιλμπάο.

Στους ημιτελικούς εκείνης της χρονιάς είχε αποκλείσει την ΑΕΚ του Φάντροκ (4-1 στο Κομμουνάλε, 0-1).

Επτά παίκτες της Εθνικής Ιταλίας έπαιζαν στη Γιουβέντους της εποχής εκείνης.

Παίκτες όπως οι Τζοφ, Σιρέα, Τσεντίλε, Κουκουρέντου, Καούζιο, Μπέτεγκα κ.ά. αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά της «Μεγάλης Κυρίας» του ιταλικού ποδοσφαίρου. Προπονητής της εκείνη την εποχή ήταν ο Τζιοβάνι Τραπατόνι (Giovvani Trapatoni).

Ο Τραπατόνι θα οδηγήσει την Γιουβέντους όλη τη δεκαετία του ’80, όντας έτσι ο μακροβιότερος προπονητής της.

Η Γιουβέντους κατάκτησε με τον Τραπατόνι τα πρωταθλήματα του 1981, 1982 και 1984.

Το δεύτερο από αυτά ήταν το 20ο της ιστορίας της, κάτι που της επέτρεψε να προσθέσει ένα δεύτερο αστέρι στη φανέλα της. Ανάμεσα στους παίκτες εκείνης της εποχής ήταν και ο Πάολο Ρόσι (Paolo Rossi), που είχε κατακτήσει το Μουντιάλ του 1982, ενώ τότε βραβεύτηκε και με τον τίτλο του κορυφαίου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή για εκείνη τη χρονιά.

Τον ίδιο τίτλο κατέκτησε και ένας άλλος παίκτης της, ο Μισέλ Πλατινί (Michel Platini), που βραβεύτηκε με το συγκεκριμένο βραβείο για τρεις συνεχόμενες χρονιές (1983. 1984, 1985),[10] που αποτελεί ρεκόρ για παίχτη, ενώ η Γιουβέντους είναι η μοναδική ομάδα που παίχτες της βραβεύονται με το βραβείο για 4 συνεχόμενες χρονιές.

Το 1983 φτάνει ξανά στον τελικό του Κυπέλλου Ευρώπης, αλλά στον τελικό του ΟΑΚΑ, στην Αθήνα, έχασε από το Αμβούργο με 1-0 (το γκολ του Αμβούργου πέτυχε ο Φέλιξ Μάγκαθ στο 8’).

Τελικά το τρόπαιο ήρθε στις 29 Μαΐου 1985. Στον τελικό του Χέιζελ, στις Βρυξέλλες, ενάντια στη Λίβερπουλ ο Μισέλ Πλατινί πέτυχε το μοναδικό τέρμα της συνάντησης με πέναλτι στο 56 ο λεπτό.

Το παιχνίδι όμως σημάδεψε ο θάνατος 39 ανθρώπων, κυρίως οπαδών της Γιουβέντους, όταν οπαδοί της Λίβερπουλ τους επιτέθηκαν, ενώ ένας τοίχος του παλιού γηπέδου υποχώρησε και τους καταπλάκωσε.

Η τραγωδία αυτή, που θα χαρακτηρισθεί και ως η «πιο σκοτεινή ώρα στην ιστορία των πρωταθλημάτων της UEFA», θα αλλάξει τελικά και την ιστορία του ποδοσφαίρου τη Ευρώπης, κυρίως στην Αγγλία, οπού οι ομάδες της θα τιμωρηθούν με αποκλεισμό για αρκετά χρόνια.

Τα επόμενα χρόνια δεν ήταν τόσο επιτυχημένα, με εξαίρεση το πρωτάθλημα του 1986 που κέρδισε από τη ΑΣ Ρόμα και τη Νάπολι. Στο πρωτάθλημα θα κυριαρχήσουν οι δύο ομάδες του Μιλάνο και η Νάπολι του Ντιέγκο Μαραντόνα.

Το 1990 θα μετακομίσει στο Στάδιο «Ντέλε Άλπι», καθώς το «Κομουνάλε» θα μειώσει τις θέσεις του. Το Στάδιο Ντέλε Άλπι κατασκευάστηκε για τους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1990.

Την ίδια χρονιά θα κατακτήσει το κύπελλο UEFA, κάτι που θα επαναλάβει και το 1993.

Tο 1994 προπονητής της αναλαμβάνει ο Μαρσέλο Λίπι (Marcello Lippi), που είχε φύγει πρόσφατα από τη Νάπολι. Η πρώτη του χρονιά με την Γιουβέντους ήταν επιτυχημένη, καθώς κατέκτησε το πρωτάθλημα Ιταλίας (1994-95).

Στην ομάδα μαζί του ήρθε και ο Τσίρο Φερράρα (Ciro Ferrara), πρώην αρχηγός της Νάπολι, ενώ ακόμα υπήρχαν οι Ρομπέρτο Μπάτζιο (Roberto Baggio), Τζιανλούκα Βιάλλι (Gianluca Vialli), αλλά και ο τότε νεαρός Αλεσσάντρο Ντελ Πιέρο (Alessandro Del Piero).

Το 1996 κατέκτησε το Champions League, στον τελικό της Ρώμης εναντίον του Άγιαξ. Το παιχνίδι τελείωσε ισόπαλο 1-1 στην κανονική διάρκεια (Φαμπρίτσιο Ραβανέλλι και Γιάρι Λιτμάνεν τα δύο γκολ ), ενώ στα πέναλτι η Γιουβέντους νίκησε με 4-2.

α επόμενα χρόνια στην ομάδα ήλθαν μεταξύ άλλων οι Κρίστιαν Βιέρι, Ζινεντίν Ζιντάν, Φιλίππο Ιντσάγκι και Έντγκαρ Ντάβιντς. Από τον Champions League του 1996, κατέκτησε άλλα δύο πρωταθλήματα και ένα Σούπερ Καπ Ευρώπης. Επίσης έφτασε άλλες δύο φορές στον τελικό του Champions League , το 1997 και το 1998, αλλά έχασε από τη Ντόρτμουντ και τη Ρεάλ Μαδρίτης αντίστοιχα.[15]

Τα τέλη του ’90, η αντιπαλότητα με τις άλλες ομάδες μεγάλωσε, κυρίως με την Ίντερ και τη Ρόμα.

Ο προπονητής της Ρόμα, Ζντένεκ Ζέμαν (Zdeněk Zeman), κατηγόρησε το ιατρικό επιτελείο της Γιουβέντους πως χορηγούσε απαγορευμένες ουσίες στους παίκτες της ομάδας.

Μετά από έρευνες και δύο δίκες, η Γιουβέντους αθωώθηκε από το αθλητικό δικαστήριο στη Λοζάνη (CAS – Court of Arbitration for Sport).

Η Παγκόσμια υπηρεσία Αντι-Ντόπιγκ δεν επιβεβαίωσε πως κάποιο από τα σκευάσματα που παρουσιάστηκαν ήταν απαγορευμένο, ενώ δεν υπήρχε και κάποιος αθλητής που να είχε βρεθεί θετικός σε έλεγχο.

Ο Λίπι έφυγε για την Ίντερ για μία σεζόν, αλλά επέστρεψε την επόμενη στη Γιουβέντους.

Ανάμεσα στους νέους παίκτες που ήλθαν τότε στην ομάδα ήταν ο Τζιανλουίτζι Μπουφόν, ο Νταβίντ Τρεζεγκέ, ο Μαρσέλο Σάλας, ο Πάβελ Νέτβεντ και ο Λιλιάν Τουράμ.

Οδήγησε την ομάδα σε άλλα δύο πρωταθλήματα το 2002 και το 2003, την χρονιά που έφτασε και στον τελικό του Champions League για άλλη μια χρονιά, ενάντια στη Μίλαν.

Ο αγώνας τελείωσε 0-0, ενώ στα πέναλτι τρεις από τους πέντε παίκτες της αστόχησαν και ο τίτλος κατέληξε στην ομάδα του Μιλάνο. Ο Λίππι αποχώρισε από την ομάδα την επόμενη χρονιά για να αναλάβει τεχνικός την Εθνική Ιταλίας, με τη οποία κατέκτησε το Μουντιάλ της Γερμανίας το 2006.

Από το 2004 προπονητής της ανέλαβε ο Φάμπιο Καπέλλο. Με τον Καπέλο κατάφερε να τερματίσει δύο φορές στην πρώτη θέση του πρωταθλήματος. Τον Μάιο του 2006 η ιταλική αστυνομία διενεργούσε έρευνες στη Νάπολη, σχετικά με τις δραστηριότητες του ιταλικού γραφείου μάνατζερ ποδοσφαίρου GEA World.

Οι εφημερίδες δημοσίευσαν τηλεφωνικές συνομιλίες σύμφωνα με τις οποίες ο γενικός διευθυντής της Γιουβέντους Λουτσιάνο Μότζι (Luciano Moggi) είχε επικοινωνία με διάφορους ανθρώπους του Ιταλικού ποδοσφαίρου με σκοπό τον επηρεασμό των αποτελεσμάτων σε κάποιους αγώνες.

Εκτός από την Γιουβέντους, στο σκάνδαλο (που ονομάστηκε Καλτσιόπολι) εμπλέκονταν και η Μίλαν, η Φιορεντίνα, η Λάτσιο και η Ρετζίνα.

Ο Μότζι και άλλα δύο μέλη του διοικητικού συμβουλίου υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους στις 13 Μαΐου, ενώ ξεκίνησε δίκη για το θέμα. Πριν την έκδοση της ποινής ο Καπέλλο αποχώρησε από την ομάδα και υπέγραψε στην Ρεάλ Μαδρίτης.

Η πρωτόδικη ποινή εξεδόθη στις 4 Ιουλίου 2006.

Η Γιουβέντους υποβιβαζόταν στην τρίτη κατηγορία, ενώ η Φιορεντίνα και η Λάτσιο στη δεύτερη.

Επίσης από την ομάδα έπρεπε να αφαιρεθούν 30 πόντοι από το επόμενο πρωτάθλημα ενώ αφαιρούνταν (λιγότεροι) βαθμοί και από τις άλλες 4 ομάδες.

Της αφαιρέθηκαν επίσης 2 πρωταθλήματα.

Του 2005 το οποίο παρέμεινε χωρίς κάτοχο, καθώς και του 2006 το οποίο δόθηκε στην Ίντερ.

Αποκλείστηκε από το Champions League της επόμενης περιόδου, υποχρεώθηκε να δώσει 3 αγώνες κεκλεισμένων των θυρών, ενώ τις επιβλήθηκε και πρόστιμο £31,000,000.

Διάφορες παρόμοιες ποινές δόθηκαν και για τις άλλες ομάδες.

Οι ομάδες κατέθεσαν έφεση.

Μετά την εκδίκαση της έφεσης η Γιουβέντους ήταν η μόνη ομάδα που υποχρεώθηκε να πέσει κατηγορία, αλλά στη Σέριε Β και όχι στην τρίτη κατηγορία.

Τελικά η ποινή βαθμών για την επόμενη σεζόν μειώθηκε αρχικά στους 17 και μετά από προσφυγή στην Ιταλική Ολυμπιακή Επιτροπή (CONI) στους 9, ενώ δεν ίσχυσαν οι χρηματικές ποινές.

Από την ομάδα έφυγαν οι Φάμπιο Καναβάρο, Λιλιάν Τουραμ, Πατρίκ Βιεϊρά, Τζανλούκα Τζαμπρότα και ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς που πουλήθηκε στην Ίντερ, έναντι 34,3 εκατομμύρια ευρώ.

Αντίθετα, στην ομάδα αποφάσισαν να παραμείνουν ο Τζανλουίτζι Μπουφόν, ο αρχηγός Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο, ο Πάβελ Νέτβεντ, ο Μάουρο Καμουρανέζι και ο Νταβίντ Τρεζεγκέ.

Σύμφωνα με άλλα στοιχεία, ερευνήθηκε και ένας αγώνας της Γιουβέντους με την Μίλαν που είχε λήξει 0-0, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια επιπλέον τιμωρία για την ομάδα της Γιουβέντους.

Από την άλλη, τον Δεκέμβριο του 2009, δικαστήριο της Νάπολι επέβαλε ποινή φυλάκισης τριών ετών στον πρώην αθλητικό διευθυντή της Γιουβέντους, την περίοδο του σκανδάλου, Αντόνιο Τζιράουντο.

Αργότερα, σύμφωνα με τον Ιταλικό τύπο, θεωρήθηκε πως η Ίντερ ίσως να είχε κάποια εμπλοκή στο σκάνδαλο, ενώ τον Απρίλιο του 2009, κατά την δίκη του σκανδάλου, η υπεράσπιση του Μότζι παρουσίασε κασέτες στις οποίες ο πρόεδρος της Ιντερ, Μάσιμο Μοράτι, μιλάει με τον υπεύθυνο των διαιτητών, εκείνης της εποχής, Πάολο Μπέργκαμο.

Το 2007 η Γιουβέντους έπαιξε για πρώτη φορά στην ιστορία της σε κατηγορία εκτός της Σέριε Α.

Το πρώτο της παιχνίδι στη Σέριε Β έληξε 1-1 μ ε αντίπαλο τη Ρίμινι.

Προπονητής ανέλαβε ο πρώην της παίκτης Ντιντιέ Ντεσάν (Didier Deschamps).

Τελικά το τέλος της χρονιάς τους βρήκε στη πρώτη θέση.

Με την επιστροφή τους στην Σέριε Α νέος προπονητής ανέλαβε ο Κλαούντιο Ρανιέρι.

Τα αρχικά χρώματα της ομάδας ήταν το ροζ και το μαύρο.

Οι φανέλες της ήταν ροζ, ενώ το σορτς και οι κάλτσες ήταν μαύρες.

Το 1903 αποφάσισαν να αλλάξουν τις φανέλες τους.

Στην ομάδα της Γιουβέντους αγωνιζόταν ο Τζον Σάβατζ, ο οποίος ζήτησε βοήθεια από έναν φίλο του στην Αγγλία που ζούσε στο Νότιγχαμ.

Αυτός τους έστειλε τις εμφανίσεις της στα χρώματα της ομάδας που υποστήριζε, της Νοτς Κάουντι, σε χρώματα μαύρο και άσπρο.

Η Γιουβέντους αποφάσισε να χρησιμοποιεί από εκεί και πέρα αυτά τα χρώματα, καθώς επέδειχναν κύρος και δύναμη.

Το σήμα της έχει υποστεί από το 1920 μικρές τροποποιήσεις, η τελευταία από τις οποίες έγινε το 2004.

Το σήμα της, από το 2004 και μέτά, είναι ένας οβάλ κύκλος που περιέχει 3 μαύρες λωρίδες και 4 λευκές.

Στο κάτω μέρος αναπαριστάται ο όρθιος ταύρος, που είναι το έμβλημα της πόλης του Τορίνο.

Στο πάνω μέρος του σήματος υπάρχει το όνομα της Γιουβέντους.

Πάνω από τον ταύρο υπάρχει επίσης ένα στέμμα, που είναι μία αναφορά στη «Augusta Tourinorum», την Ρωμαϊκή ονομασία της πόλης του Τορίνο που ήταν πρωτεύουσα της επαρχίας Πιεντμόντ.

Τα πιο παλιά χρόνια το έμβλημά της είχε φόντο σε σκούρο μπλε χρώμα (μπλε Σαβοΐας), που δήλωνε την παράδοση του Τορίνο, ενώ τα χρώματα μαύρο και άσπρο τοποθετήθηκαν το 1980.

Επίσης υπήρχαν τα δύο αστέρια στη κορυφή του εμβλήματος, που τώρα δεν υπάρχουν, που αποκτήθηκαν με τη συμπλήρωση 10 και 20 πρωταθλημάτων, ενώ ο ταύρος ήταν μάυρος μέσα σε μια ασπίδα σε χρώμα χρυσό, ενώ χρυσό ήταν και το στέμμα (σήμερα είναι σε χρώμα μαύρο).

Την περίοδο από το 1980 έως το 1990 σαν έμβλημα χρησιμοποιήθηκε μία ζέβρα.

Το προσωνύμιο «la Vecchia Signora» (η γηραιά κυρία) είναι ένα λογοπαίγνιο σε σχέση με το όνομα της ομάδας που σημαίνει νεότητα. Αποτελεί επίσης μία αναφορά στην ηλικία της ομάδας και οι ρίζες του φτάνουν την δεκαετία του ΄30.

Το Κυρία είναι ο τρόπος με τον οποίο αναφέρονταν σε αυτοί οι οπαδοί της πριν το 1930.

Το προσωνύμιο «la fidanzata d’ Italia» (η φιλενάδα της Ιταλίας) δόθηκε καθώς ήταν ιδιαίτερα αγαπητή στους οικονομικούς μετανάστες κυρίως από τη Νάπολη και το Παλέρμο, που έρχονταν στη πόλη για να δουλέψουν στα εργοστάσια της ΦΙΑΤ.

Τα ονόματα «I bianconeri» (ασπρόμαυροι) και «le zebre» (οι ζέβρες) είναι αναφορά στα χρώματα της ομάδας.

Η Γιουβέντους είναι η ομάδα με τους περισσότερους οπαδούς στην Ιταλία.

Οι οπαδοί της ξεπερνούν τα 12 εκατομμύρια στην Ιταλία, σύμφωνα με την εφημερίδα La Repubblica.

Πιστεύεται πως οι οπαδοί της φτάνουν τα 170 εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο, ενώ στην Ευρώπη υπολογίζονται σε 43 εκατομμύρια, κυρίως στις χώρες της Μεσογείου, οπού υπάρχουν αρκετοί Ιταλοί της διασποράς.

Λέσχες φίλων της υπάρχουν σε διάφορα μέρη του κόσμου.

Στην Ιταλία μάλιστα πιστεύεται πως η επιρροή της είναι πιο μεγάλη σε περιοχές της Νότιας Ιταλίας και της Σικελίας, ακόμα πιο μεγάλη και από το ίδιο το Τορίνο.

Ο ιστορικός αντίπαλος της Γιουβέντους είναι η Τορίνο.

Η διαμάχη τους ξεκινά με την ίδρυση της δεύτερης και το ντέρμπι μεταξύ τους ονομάζεται «Derby della Mole».

Σύμφωνα με το διάσημο μυθιστοριογράφο και σκηνοθέτη Μάριο Σολντάτι (Mario Soldati), η αντιπαλότητα στην πόλη έλαβε εξαρχής ταξικά χαρακτηριστικά με τους Μπιανκονέρι να εκπροσωπούν κατά κύριο λόγο τους συντηρητικούς αστούς, ενώ η Τορίνο συγκέντρωνε τη συμπάθεια του προλεταριάτου.

Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, η κόντρα επαναπροσδιορίστηκε.

Η Γιουβέντους, ούσα η ομάδα της Fiat, της εταιρείας στην οποία ένα μεγάλο τμήμα μεταναστών από τη νότια Ιταλία εργαζόταν, δημιούργησε μια νέα δεξαμενή οπαδών.

Από την άλλη πλευρά η Γκρανάτα ταυτίστηκε με το αυθεντικό πνεύμα του Τορίνο και τις Πιεμοντέζικες παραδόσεις, διατηρώντας τη λαϊκή της υποστήριξη.

Με την Ίντερ οι αγώνες της Γιουβέντους φέρουν το προσωνύμιο «Derby d’Italia» (Ντέρμπι της Ιταλίας), καθώς οι δύο σύλλογοι μέχρι το «σκάνδαλο Καλτσιόπολι», ήταν οι μόνοι που δεν είχαν υποβιβαστεί ποτέ από τη πρώτη κατηγορία.

Η διαμάχη τους κλιμακώθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930.

Για πολλούς όμως το πραγματικό ντέρμπι της Ιταλίας («il vero Derby d’Italia») είναι το Γιουβέντους-Μίλαν.

Άλλοι αντίπαλοι των Μπιανκονέρι είναι η Φιορεντίνα η Ρόμα και η Νάπολι.

Τελευταία Αρθρα

Η ΕΚΘ η ΑΕΚΘ και η δημιουργία του Π.Α.Ο.Κ.

Η Ένωση ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΤΩΝ Θεσσαλονίκης (15 Ιανουαρίου 1923) με την πρώτη σφραγίδα να φέρει τις...

Tο ιστορικό πρώτο παιχνίδι της Ένωσις Κωνσταντινουπολιτών (EK)

Το ιστορικό πρώτο παιχνίδι της ποδοσφαιρικής ομάδας της ΕΚ ΕΚ - ΗΡΑΚΛΗΣ 2-1 (φιλικός αγώνας) ''Χθες...

Το μοναδικό ρεκόρ του Άρι Χάαν

O  Arie Haan, βασικό στέλεχος των μαλλιάδων ροκ σταρ Ολλανδών της δεκαετίας του 70...

Γκαλιάνι: ”Έπρεπε να είμαι σκληρός για να κάνω την Μίλαν μεγάλη”

Με αποκαλούσαν «Καρχαρία», με απεικόνιζαν ως άνθρωπο της εξουσίας, κυνικό και αδίστακτο, χωρίς ενδοιασμούς...

Παρομοια αρθρα

Η ΕΚΘ η ΑΕΚΘ και η δημιουργία του Π.Α.Ο.Κ.

Η Ένωση ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΤΩΝ Θεσσαλονίκης (15 Ιανουαρίου 1923) με την πρώτη σφραγίδα να φέρει τις...

Tο ιστορικό πρώτο παιχνίδι της Ένωσις Κωνσταντινουπολιτών (EK)

Το ιστορικό πρώτο παιχνίδι της ποδοσφαιρικής ομάδας της ΕΚ ΕΚ - ΗΡΑΚΛΗΣ 2-1 (φιλικός αγώνας) ''Χθες...

Το μοναδικό ρεκόρ του Άρι Χάαν

O  Arie Haan, βασικό στέλεχος των μαλλιάδων ροκ σταρ Ολλανδών της δεκαετίας του 70...