Σπαγκέτι Γουέστερν..
Κλιντ Ίστγουντ, Λι Βαν Κλιφ, Ίλαϊ Γουάλας.
Σενάριο,σκηνοθεσία: Σέρτζιο Λεόνε
Μουσική: Έννιο Μορικόνε
Κλιντ Ιστγουντ, ως ο “Ξανθούλης”: Ο Καλός, γνωστός και ως “Ο Άνθρωπος Χωρίς Όνομα”, ένας συγκρατημένος, υπερβέβαιος κυνηγός επικηρυγμένων που συντάσσεται με τον Τούκο, και τον Αγγελομάτη προσωρινά, για να βρουν το θαμμένο χρυσάφι.
Ο Ξανθούλης και ο Τούκο έχουν μια παράξενη συνεργασία.
Ο Τούκο ξέρει το όνομα του κοιμητηρίου όπου είναι κρυμμένο το χρυσάφι, αλλά ο Ξανθούλης ξέρει το όνομα του τάφου που είναι θαμμένο, έτσι αναγκάζονται να δουλέψουν μαζί για να βρουν τον θησαυρό.
Παρά αυτή τη φιλάργυρη αναζήτηση, ο οίκτος του Ξανθούλη για τους σκοτωμένους στρατιώτες στη χαοτική σφαγή του πολέμου είναι ξεκάθαρος.
“Δεν είδα ποτέ μου τόσο πολλούς άνδρες να χαραμίζονται τόσο άδικα”, παρατηρεί.
Η σειρά Rawhide (στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Ίστγουντ) είχε τελειώσει το 1966 και σε εκείνο το σημείο το Για Μια Χούφτα Δολάρια και το Μονομαχία στο Ελ Πάσο δεν είχαν κυκλοφορήσει ακόμα στις ΗΠΑ .
Όταν ο Λεόνε πρόσφερε στον Ίστγουντ ρόλο στην επόμενη του ταινία, ήταν η μόνη προσφορά που είχε στα χέρια του ο ηθοποιός· όμως, ο Ίστγουντ ακόμα δεν είχε πειστεί. Τελικά ο Λεόνε και η σύζυγος του ταξίδεψαν στην Καλιφόρνια για να τον πείσουν.
Δύο μέρες αργότερα, πείστηκε να λάβει μέρος στην ταινία με αμοιβή $250,000 συν το 10% των κερδών από τις Βόρειο-Αμερικανικές αγορές – μια συμφωνία η οποία άφησε τον Λεόνε δυσαρεστημένο.
Λι Βαν Κλιφ, ως ο “Αγγελομάτης”: Ο Κακός, ένας αδίστακτος, αναίσθητος και αντικοινωνικός μισθοφόρος με το όνομα “Αγγελομάτης” (στο αρχικό σενάριο και την ιταλική έκδοση ονομάζεται Sentenza), ο οποίος πάντα ολοκληρώνει μια δουλειά όταν πληρώνεται (η οποία συνήθως είναι να βρει και να σκοτώσει κόσμο).
Όταν ο Ξανθούλης και ο Τούκο αιχμαλωτίζονται ενώ ποζάρουν ως στρατιώτες των Νότιων, ο Αγγελομάτης είναι λοχίας των Βόρειων ο οποίος ανακρίνει και βασανίζει τον Τούκο, μαθαίνοντας εν τέλει το όνομα του κοιμητηρίου όπου βρίσκεται θαμμένος ο χρυσός, αλλά όχι το όνομα του τάφου.
Ο Αγγελομάτης συμμαχεί αναγκαστικά με τον Ξανθούλη, αλλά ο Τούκο με τον Ξανθούλη γυρίζουν εναντίον του όταν βρίσκουν την ευκαιρία.
Αρχικά, ο Λεόνε ήθελε τον Τσαρλς Μπρόνσον να παίξει τον Αγγελομάτη αλλά εκείνος ήταν δεσμευμένος στα γυρίσματα του Και οι 12 ήταν καθάρματα. Ο Λεόνε σκέφτηκε σχετικά με την προηγούμενη συνεργασία που είχε με τον Λι Βαν Κλιφ: “Είπα στον εαυτό μου πως ο Βαν Κλιφ είχε παίξει έναν ρομαντικό χαρακτήρα στην ταινία Μοναμαχία στο Ελ Πάσο. Η ιδέα να τον βάλω να παίξει έναν ρόλο ακριβώς αντίθετο άρχισε να μου αρέσει”.
Ιλαι Γουάλακ ως ο “Τούκο”: Ο Άσχημος. Ο Τούκο Μπενεντίκτο Πασίφικο Χουάν Μαρία Ραμίρεζ (γνωστός ως “Ο Αρουραίος” σύμφωνα με τον Ξανθούλη), ένας αστείος, μπουνταλάς (αν και αποδεικνύεται επίσης πολύ επικίνδυνος μέσα στην ταινία), πολυλογάς ληστής ο οποίος καταζητείται από τις αρχές για μια μακρά λίστα εγκλημάτων.
Ο Τούκο ανακαλύπτει το όνομα του κοιμητηρίου όπου βρίσκεται θαμμένος ο χρυσός, αλλά δεν ξέρει το όνομα του τάφου – κάτι που βρίσκεται στη γνώση μόνο του Ξανθούλη. Έτσι ο Τούκο αναγκάζεται να συνεργαστεί με τον Ξανθούλη.
Ο σκηνοθέτης σκεφτόταν αρχικά τον Τζιαν Μαρία Βολοντέ για τον ρόλο του Τούκο, αλλέ πίστευε πως εκείνος ο ρόλος ήθελε κάποιον με “φυσικό κωμικό ταλέντο”. Στο τέλος, ο Λεόνε διάλεξε τον Ίλαϊ Γουάλακ βασισμένος στο ρόλο του στο How the West Was Won (1962), και συγκεκριμένη, στην ερμηνεία του στη σκηνή του σιδηροδρόμου.
Στο Λος Αντζελες , ο Λεόνε συνάντησε τον Γουάλακ, ο οποίος ήταν σκεπτικός σχετικά με το αν έπρεπε να παίξει τον ίδιο τύπο ρόλου, αλλά όταν ο Λεόνε του έδειξε την σκηνή έναρξης του Μονομαχία στο Ελ Πάσο, ο Γουάλακ τον ρώτησε:
“Πότε με θέλεις;”.
Οι δύο άντρες γρήγορα έγιναν κολλητοί, μοιραζόμενοι την ίδια περίεργη αίσθηση του χιούμορ.
Ο Λεόνε επέτρεψε στον Γουάλακ να κάνει αλλαγές στον ρόλο του σχετικά με την ενδυμασία του και τις εκφράσεις του. Και ο Ίστγουντ και ο Βαν Κλιφ αντιλήφθηκαν πως ο ρόλος του Τούκο ήταν κοντά στη καρδιά του Λεόνε, και ο σκηνοθέτης με τον Γουάλακ έγιναν καλοί φίλοι. Μιλούσαν με γαλλικά, τα οποία ο Γουάλακ μιλούσε σπαστά και ο Λεόνε καλά.
Ο Βαν Κλιφ παρατήρησε πως “Ο Τούκο είναι ο μόνος απ’ το τρίο που το κοινό μαθαίνει τα πάντα γι’ αυτόν. Βλέπουμε τον αδερφό του και μαθαίνουμε από που κατάγεται και γιατί κατέληξε ένας ληστής.
Αντιθέτως οι ρόλοι του Κλιντ και του Αγγελομάτη παραμένουν μυστηριώδεις”.