Στη Βραζιλία της δεκαετίας του 1950, όλοι ζούσαν και πέθαιναν για το ποδόσφαιρο, που βρίσκεται στην καρδιά, το μυαλό και την ψυχή της Βραζιλίας και είναι συνώνυμο με το έθνος.
Σήμερα, φαντάζει φυσιολογικό, είναι δεδομένο ότι Βραζιλία σημαίνει η μεγαλύτερη δύναμη του αθλήματος, με πέντε Μουντιάλ, κανένας ωστόσο δεν αντιλαμβάνεται ότι η ιστορία του ποδοσφαίρου θα είχε γραφτεί διαφορετικά εάν το 1958 η Βραζιλία δεν είχε κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο.
Στο διεθνές ντεμπούτο του Πελέ το 1957 με τη Βραζιλία, η χώρα του ήταν τρίτη σε σειρά δυναμικότητας στη Νότια Αμερική πίσω από την Αργεντινή και την Ουρουγουάη.
Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, όταν τελείωσε τη διεθνή καριέρα του, η κατάταξη είχε αλλάξει και η Βραζιλία είχε γίνει η αδιαμφισβήτητη βασίλισσα του ποδοσφαίρου, σεβαστή όχι μόνο για τους θριάμβους της, αλλά και για τον άνετο, κομψό και υπερήφανο τρόπο με τον οποίο κατέκτησε τις νίκες της.
Και ο Πελέ ήταν ο ηγέτης αυτής της παγκόσμιας ανατροπής.
Το ποδόσφαιρο ήταν αξιοσημείωτα διαφορετικό την περίοδο της ακμής του.
Η μπάλα ήταν πολύ βαρύτερη σε σύγκριση με τον 21ο αιώνα.
Η ποιότητα των γηπέδων και των ρούχων δεν ήταν πουθενά τόσο προηγμένη όσο σήμερα.
Δύο άλλοι παράγοντες ήταν σημαντικοί, οι νόμοι που διέπουν το οφσάιντ ήταν πιο αυστηροί κατά τη διάρκεια της εποχής του.
Το πιο σημαντικό, οι κόκκινες και κίτρινες κάρτες και οι αλλαγές εισήχθησαν μόνο μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970, γεγονός που έδινε κίνητρο στους αντιπάλους του να τον αντιμετωπίσουν σκληρά μένοντας ατιμώρητοι αφήνοντας την ομάδα του με ένα παίκτη λιγότερο.
Η στατιστική στο πέρασμα των εποχών δεν αντικατοπτρίζει τις διαφορές και τις ομοιότητες του ποδοσφαίρου, κατι που δεν μπορούν να καταλάβουν οι περισσότεροι.
Ο Πελέ ήταν αναμφισβήτητα ο πιο διάσημος ποδοσφαιριστής στον κόσμο, ίσως και ο πιο φημισμένος αθλητής όταν ξεκίνησε η διοργάνωση του 1970 παρά το γεγονός της περιορισμένης έκθεσής του στην τηλεόραση εκτός της Βραζιλίας, όπου έπαιξε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του με το σύλλογό του.
Εκτός από τα επιτεύγματα του με την κίτρινη φανέλα της εθνικής ομάδας, ήταν πάνω απ’ όλα ένας ποδοσφαιριστής του οποίου τα κατορθώματα ακόμα και οι φίλαθλοι της εποχής του είδαν λιγότερο από ό,τι φαντάζονται.
Εάν η επιτυχία του 1958 ήταν αυτή μιας ιστορικής γενιάς κορυφαίων συμπαικτών του που τον καθιέρωσε στην ποδοσφαιρική κοινότητα, αυτή που έγινε δώδεκα χρόνια αργότερα είναι δική του, μία έκδοση που αποκαλύπτει μόνη της το αποτύπωμα που άφησε «ο βασιλιάς» στην ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου και στην ιστορία του ίδιου του ποδοσφαίρου.
Οι εμφανίσεις του το 1970 ήταν εκπληκτικές.
Επίσης η Σάντος δεν είχε να επιδείξει κάποιον τίτλο πριν τον Πελέ…
Πήρε 16 πρωταθλήματα μετά!
Θεωρήθηκε εθνικός θησαυρός και ενώ Ιντερ και Μίλαν είχαν συμφωνήσει μαζί του σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, η Ιντερ το 1958 και η Μίλαν το 1961, οι πιέσεις του κόσμου, δεν επέτρεψαν να πραγματοποιηθεί η μεταγραφή.
Η διοίκηση της Σάντος δεχόταν απειλές, ο Πελέ το ίδιο και όλοι οι Βραζιλιάνοι ήθελαν να τον βλπεπουν στην πατρίδα τους, καθώς ήταν η μεγαύτερη διαφήμιση της χώρας και ο μεγαλύτερος πρεσβευτής της.
Η άνοδος του Πελέ από ένα έφηβο μέχρι την κορυφή του κόσμου του δημοφιλέστερου αθλήματος συνόδευσε και την άνοδο της Βραζιλίας ως χώρας.
Όπως τράβηξε την εθνική του ομάδα και την Σάντος προς την κορυφή, έτσι βοήθησε και τη χώρα του να εξελιχθεί σε πολλούς τομείς.
Έγινε μέρος της εθνικής κουλτούρας της Βραζιλίας, σε μια ηπειρωτική χώρα όπου η φανέλα της «εθνικής ομάδας» ήταν κάτι παρόμοιο με την «εθνική ενότητα».
Έγινε «σύμβολο της χειραφέτησης της Βραζιλίας».
Επιχειρηματικά και όχι μόνο, η Βραζιλία από το 1958 και έπειτα άρχισε να ακούγεται στον υπόλοιπο κόσμο, να διαμορφώνει τη δική της υπόσταση.
Δεν ήταν λίγοι αυτοί, ειδικά οι Ευρωπαίοι, που έμαθαν τη Βραζιλία μέσα από το ποδόσφαιρο εκείνο το διάστημα.
Μέσα απο τον μεγάλο Πελέ!
Στην πρώτη του επαφή με τα μέσα, τον Πελέ τον περιέγραφαν τα χρονικά της εποχής σα να ήταν ένα όπλο μαζικής καταστροφής, με αφοπλιστική πληρότητα και ένα ένστικτο ”δολοφόνου” που τον έκανε ουσιαστικά αδύνατο να σταματήσει να σκοράρει…
Κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1966, ωστόσο, η κατάσταση ήταν διαφορετική για τον Βασιλιά και μετά από έναν εκπληκτικό αγώνα εναντίον της Βουλγαρίας σε μια νίκη της Βραζιλίας στη φάση των ομίλων, ο Πελέ έχασε τον αγώνα με την Ουγγαρία λόγω τραυματισμού, εξαιτίας της πολύ σκληρής αντιμετώπισης των Βουλγάρων και για τους Βραζιλιάνους η κατάσταση ήταν ήδη πολύ εκτεθειμένη μετά την ήττα από τους Μαγυάρους.
Στον αγώνα εναντίον της Πορτογαλίας, ο Πελέ βρέθηκε σε ήδη ελλιπή φυσική κατάσταση, αλλά μετά από λίγα λεπτά βρέθηκε να υφίσταται μια σειρά από φάουλ που έβαλαν περαιτέρω σε κίνδυνο μια ήδη ελλιπή φυσική κατάσταση.
Ωστόσο, δεν μπόρεσε να βγει λόγω έλλειψης αλλαγών (που εισήχθη στο Παγκόσμιο Κύπελλο από το 1970) και αναγκάστηκε, ως τραυματίας, να παίξει και τα 90 λεπτά ενός αγώνα που στην ουσία έπαιζε με το ένα πόδι, ως ανίσχυρος, ενώ ο Eusébio κατέστρεψε τα απομεινάρια μιας γενιάς που επέστρεφε από δύο διαδοχικές νίκες στο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Το 1966 ο Πελέ ανακάλυψε ξανά τον ανθρώπινο εαυτό του, μετά από έναν πολύ σκληρό τραυματισμό που τον κατέστησε ανίσχυρο μπροστά στον αποκλεισμό της Βραζιλίας.
Σκέφτηκε να σταματήσει το ποδόσφαιρο, γιατί το ξύλο που είχε φάει στα γήπεδα, ήταν αρκετό για να του δημιουργήσει προβλήματα…
Επέστρεψε το 1970 όμως για να ξανασηκώσει την κούπα στο Μεξικό!
Ένας άνθρωπος βασιλιάς.