"Μαραντόνα; Την πρώτη φορά που τον αντιμετώπισα, λίγο πολύ είπα στους παίκτες μου να μην τον μαρκάρουν σκληρά. Για μια φορά που θα τον έβλεπα απο κοντά, ήθελα να τον απολαύσω. Μετά το πρώτο σκουντέτο της Νάπολι, προπονούσα την Ουντινέζε. Ήρθα στη Νάπολη γιατί η γυναίκα μου είχε ένα σοβαρό ατύχημα και την πήγα στο Cardarelli. Το βράδυ πήγα σε ένα εστιατόριο και ο Ντιέγκο ήρθε να με χαιρετήσει. Μετά από λίγο βλέπω ένα μπουκάλι σαμπάνια που προσφέρεται από αυτόν να φτάνει στο τραπέζι. Μου είπε... «Πρέπει να είσαι ο επόμενος προπονητής μου». Τα λόγια του φυσικά με γέμισαν περηφάνια. Μίλησα με τον Λουτσιάνο Μότζι και όλα έδειχναν να έχουν κλείσει. Έπρεπε να διώξουν τον Μπιάνκι, αλλά αντ' αυτού έδιωξαν τους παίκτες. Προφανώς ήμουν πολύ απογοητευμένος, αλλά η προσωπική σχέση με τον Ντιέγκο δεν άλλαξε ποτέ... Ο Ζίκο επίσης ήταν ένας πραγματικά τρομερός τύπος. Είπαν ότι ήξερε να χτυπάει φάουλ, σαν να ήταν ένα εμποτισμένο δώρο ή να είχε πέσει, όπως ο Οβελίξ, σε μια κατσαρόλα με το μαγικό φίλτρο. Γεγονός είναι ότι όταν τελείωνε η προπόνηση μάζευε τις μπάλες έπαιρνε και τον τερματοφύλακα και καθόταν εκεί, έστηνε το ξύλινο φράγμα και για μισή ώρα δοκίμαζε το πόδι του στα φάουλ. Ήταν ο ειδικός. Και το πιστεύω. Προσπάθησε, προσπάθησε ξανά και μελέτησε κάθε λεπτομέρεια, με απίστευτο επαγγελματισμό. Ένα παιδί με γλύκα πόδια που μπορούσε να καταλάβει ακόμα και το ύψος των δοκαριών μέσα απο τις εκτελέσεις φαόυλ. Ήταν καθαρή ποίηση... Η μουσικότητα που είχε στο να έρθει σε επαφή με την μπάλα την κατάλληλη στιγμή. Ήταν σαν γαζέλα, πετούσε. Αυτά είναι τα ποιήματα, είναι τα όμορφα πράγματα του ποδοσφαίρου». Ο Τζιοβάνι Γκαλεόνε, θυμάται δύο μεγάλα δεκάρια, τον Μαραντόνα και τον Ζίκο.