«Στο δείπνο που έκανε η ΑΕΚ στην αποστολή της Ρεάλ, ήλθε ο Πούσκας και με γύρευε.
Όταν πλησίασε στο τραπέζι μου, ίδρωσα.
Τον κοιτούσα στα μάτια και δεν πίστευα ότι ο μεγάλος Φέρεντς Πούσκας μιλούσε σε μένα.
Μου είπε ότι είμαι καλός παίκτης, ότι θα με πάρουν και μου έδωσε δύο συμβουλές.
Η πρώτη να είμαι ήρεμος, να τρώω και να κοιμάμαι καλά.
Η δεύτερη να μάθω να παίζω χωρίς την μπάλα.
Από τότε είχαν οι άνθρωποι κατά νου την κίνηση χωρίς την μπάλα.
Και σκέφτηκα εγώ ο πονηρός…
Αν δεν την έχω εγώ την μπάλα, ποιος άλλος αξίζει να την έχει…
Είχα έναν ξάδελφο από τη Θεσσαλονίκη που μιλούσε καλά ισπανικά.
Γράψαμε μια επιστολή και τη στείλαμε στη Ρεάλ, λέγοντας πως αν με ήθελε, μπορούσα να πάω στην Ισπανία, να μην παίξω ένα χρόνο και να κάνω δελτίο μετά.
Το επέτρεπαν αυτό οι κανονισμοί.
Η Ρεάλ μου απάντησε ότι αρχή της ήταν να μη χαλάει τις σχέσεις της με τις ομάδες.
Αν με έδινε η ΑΕΚ, καλώς.
Αν όχι, δεν θα προχωρούσε η μεταγραφή, όπως δεν προχώρησε.
Δεν το μετάνιωσα πάντως.
Το φιλοσόφησα κιόλας.
Σκέφτηκα ότι μέσα σε τόσους παικταράδες ίσως και να μην έπιανα και να χανόμουν.
Μένοντας στην ΑΕΚ, έγραψα ιστορία και έκανα μια μεγάλη καριέρα που τη χάρηκα!
Το μόνο που σκέφτομαι καμιά φορά είναι ότι με τα 4 εκατ. δρχ. που της έδινε η Ρεάλ, θα μπορούσε η ΑΕΚ να πάρει λίγο πιο κάτω δικό της οικόπεδο 60 στρεμμάτων.»
Μίμης Παπαιωάννου