”Πριν από τον ημιτελικό εναντίον της Γερμανίας, συνειδητοποίησα ότι στις γερμανικές πόλεις είχαν δημοσιεύσει αφίσες καλώντας τους ανθρώπους να μποϊκοτάρουν την πίτσα και να τρώνε μόνο λουκάνικα(wurst) .
Άκουγα στις τηλεοράσεις ότι στα τηλεοπτικά προγράμματα μιλούσαν άσχημα για την Ιταλία και για τους Ιταλούς, είπαν ότι δεν είμαστε τίποτα, ένιωθαν ανώτεροι.
Πήγα στο δωμάτιο του Καναβάρο επειδή δεν μπορούσα να κοιμηθώ και του είπα…
“Αύριο, ξέρεις πού θα ήθελα να βάλω αυτά τα wurst;”
Ξέσπασε σε γέλια.
Τρελάθηκα, σκέφτηκα όλους τους Ιταλούς μετανάστες, πολλούς συντοπίτες απο την Καλαβρία, οι οποίοι στη Γερμανία έπρεπε να τύχουν αυτής της μεταχείρισης, αυτή την ταπείνωση.
Έπρεπε να κερδίσουμε, ειδικά για όλους αυτούς.
Μετά τη νίκη με τη Γερμανία επιστρέψαμε στο Ντούισμπουργκ και στο λεωφορείο μας είπαν ότι κάτω από το ξενοδοχείο μας περίμεναν συμπατριώτες μας.
Φτάσαμε και ήταν 7 με 8000 Ιταλοί μετανάστες που μας χειροκροτούσαν.
Όλοι λέγανε ευχαριστώ…
Υπήρχαν εξηντάχρονοι που έκλαιγαν. Ήταν τρελά πράγματα.
Εμείς οι ποδοσφαιριστές δεν μπορούμε να καταλάβουμε αυτά τα πράγματα, γιατί έχουμε τα πάντα.
Κλωτσάμε μια μπάλα και είμαστε πλούσιοι, πετυχαίνουμε.
Υπάρχουν άνθρωποι, όμως, που πηγαίνουν για δουλειά έξω από τη χώρα τους για χίλια ευρώ τον μήνα και ταξιδεύουν απο πολύ μακριά.
Δεν είναι εύκολο γι ‘ αυτούς!!!
Ηταν αργά το βράδυ και μετά από το ματς ήταν εκεί για να μας στηρίξουν, κάτω από το ξενοδοχείο.
Το μόνο που μπορείς να κάνεις γι’ αυτούς τους ανθρώπους είναι να πεις ευχαριστώ.
Εκείνη τη στιγμή, τίποτα άλλο δεν είχε σημασία γι ‘ αυτούς.
Σημασία είχε μόνο που τους κάναμε να νιώσουν αυτή την τεράστια ικανοποίηση.
Τους κοίταξα και ήμουν χαρούμενος.
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα περήφανος για όσα είχαμε κάνει και ένιωσα περήφανος που είμαι Ιταλός “.
Τζενάρο Γκατούζο