Παρά τις πιέσεις που ασκούσαν οι μεγάλοι σύλλογοι της Ευρώπης για να τον αποκτήσουν, ο Πελέ παρέμεινε στη Σάντος 17 χρόνια λόγω της αγάπης για την ομάδα, αλλά και της απαγόρευσης που εφάρμοσε η κυβέρνηση της χώρας, η οποία τον χαρακτήρισε εθνικό θησαυρό.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του στο βραζιλιάνικο σύλλογο κέρδισε όλους τους ομαδικούς και ατομικούς τίτλους.
Έκλεισε την καριέρα του στις ΗΠΑ το 1977 όπου αγωνίστηκε για δύο χρόνια αυξάνοντας κατακόρυφα τη δημοτικότητα του ποδοσφαίρου, οδηγώντας και άλλους σπουδαίους παίκτες να πράξουν το ίδιο εκείνη την περίοδο.
Λειτούργησε ως παγκόσμιος πρέσβης για το άθλημα και οι δύο σύλλογοι που αγωνίστηκε έκαναν περιοδείες σε πολυάριθμες χώρες για να συμμετέχουν σε φιλικά παιχνίδια.
Ο Πελέ, σημείωσε 1.303 τέρματα σε 1.392 αγώνες κατά τη διάρκεια της ενεργού δράσης του, από τα οποία τα 775 σε 840 επίσημους αγώνες κατατασσόμενος στους κορυφαίους σκόρερ όλων των εποχών και στις δύο περιπτώσεις.
Σημείωσε 92 χατ τρικ, τέσσερα γκολ σε ένα αγώνα 30 φορές, πέντε σε ένα παιχνίδι 7 φορές και οκτώ γκολ μία φορά (88 χατ-τρικ σε επίσημους αγώνες).
Η καταξίωσή του στο ανώτατο επίπεδο ήρθε με τη συμμετοχή του στα Μουντιάλ με την εθνική του ομάδα κατακτώντας τον τίτλο τρεις φορές, ο μόνος ποδοσφαιριστής που έχει πετύχει κάτι τέτοιο.
Ο Πελέ έγινε γνωστός σε εθνικό επίπεδο μετά από ένα τουρνουά που πραγματοποιήθηκε στο στάδιο Μαρακανά τον Ιούνιο του 1957, μεταξύ αρκετών Βραζιλιάνικων και ορισμένων ευρωπαϊκών ομάδων.
Ο ίδιος αγωνίστηκε με μικτή ομάδα Σάντος-Βάσκο ντα Γκάμα.
Στο πρώτο παιχνίδι απέναντι στη Μπελενένσες, σημείωσε τρία γκολ.
Έπαιξε επίσης εναντίον της Ντιναμό Ζάγκρεμπ της Γιουγκοσλαβίας, της Φλαμένγκο και της Σάο Πάολο, σημειώνοντας ένα γκολ σε κάθε αγώνα.
Με τέτοιες εμφανίσεις πείστηκε ο ομοσπονδιακός προπονητής να τον καλέσει στην εθνική ομάδα, με λιγότερο από ένα χρόνο από το ντεμπούτο του ως επαγγελματίας.
Αγωνίστηκε με την εθνική Βραζιλίας για πρώτη φορά το 1957.
Ο ομοσπονδιακός τεχνικός, Σίλβιο Πιρίλο, τον κάλεσε για τους δύο αγώνες με την Αργεντινή για το «Κύπελλο Ρόκα» (Roca Cup). Στις 7 Ιουλίου 1957 μπήκε αλλαγή στα μισά του δευτέρου ημιχρόνου, παίρνοντας το βάπτισμα του πυρός και πετυχαίνοντας ένα γκολ.
Η Αργεντινή όμως νίκησε με 2–1.
Σε ηλικία 16 χρονών, 8 μηνών και 17 ημερών, έγινε ο νεότερος Βραζιλιάνος παίκτης που έκανε ντεμπούτο με την εθνική ομάδα ανδρών και μάλιστα σκόραρε στην πρεμιέρα, παραμένοντας μέχρι σήμερα ο νεότερος σκόρερ της. Ήταν η απόδειξη ότι ένας παίκτης γεννήθηκε που θα γινόταν ιστορικός για τη Βραζιλία.
Στη ρεβάνς ήταν πια βασικός και σημείωσε και πάλι γκολ, το ένα από τα δύο της νίκης της Βραζιλίας που πήρε το Κύπελλο με καλύτερη διαφορά τερμάτων.
Σε δύο αγώνες ο Πελέ είχε σημειώσει τα δύο από τα τρία γκολ της Εθνικής και μπορούσε να υποστηρίξει ότι είχε δώσει το τρόπαιο στα χέρια των συμπατριωτών του.
Προτού συμπληρώσει τα 20 χρόνια του είχε ήδη σημειώσει 25 διεθνή τέρματα (20 αγώνες), επίδοση που δεν έχει επιτευχθεί ποτέ από άλλο έφηβο πριν ή μετά από αυτόν.
Κορυφαία ήταν η παρουσία του στα Παγκόσμια Κύπελλα, που τον έκαναν διάσημο πρωτού κλείσει τα 18 του χρόνια.
Το 1958 κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Σουηδία εντυπωσιάζοντας τον ποδοσφαιρικό πλανήτη.
Το 1962 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Χιλής, τραυματίστηκε στον αγώνα με την Τσεχοσλοβακία και δεν συνέχισε στη διοργάνωση.
Το 1966 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αγγλίας ο Πελέ τραυματίστηκε στον αγώνα με την Πορτογαλία. Το 1970 σκόραρε για τέταρτο συνεχόμενο Μουντιάλ και ήταν ο κορυφαίος παίκτης της διοργάνωσης που συγκέντρωσε όλες τις ιστορικά κορυφαίες ποδοσφαιρικές δυνάμεις σε κατάσταση ισχύος.
Τελειώνοντας την πορεία του στις διοργανώσεις ήταν δεύτερος σκόρερ της ιστορίας του θεσμού με 12 τέρματα σε 14 συναντήσεις, πίσω μόνο από το Γάλλο Ζυστ Φονταίν των 13 γκολ του 1958.
Τα στατιστικά στοιχεία όμως είναι δευτερεύοντα (παρά τον αριθμό των ρεκόρ που διατηρεί) μπροστά στον αντίκτυπο του παιχνιδιού του στην κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση.
Συμμετείχε σε ένα Κόπα Αμέρικα μόνο, το 1959 με την ομάδα που ήταν ένα χρόνο νωρίτερα παγκόσμια πρωταθλήτρια.
Η Βραζιλία κατέλαβε τη δεύτερη θέση πίσω από την Αργεντινή αήττητη, ενώ ο ίδιος σκόραρε οκτώ γκολ σε έξι αγώνες, συμπεριλαμβανομένου ενός χατ-τρικ με την Παραγουάη (4–1) και του τέρματος απέναντι στην Αργεντινή (1–1) και ανακηρύχθηκε καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης.
Στις 18 Ιουλίου 1971 παρουσία 138.575 θεατών με αντίπαλο την εθνικής Γιουγκοσλαβίας σε φιλική συνάντηση (2–2), ο Πελέ έδωσε τον τελευταίο του αγώνα με την Εθνική του ομάδα στο Ρίο ντε Τζανέιρο δηλώνοντας ότι «είναι καλύτερα να σταματήσω τώρα που βρίσκομαι στο απόγειο της φόρμας μου».
Οι προσπάθειές να σκοράρει δεν «καρποφόρησαν».
Στη λήξη του ημιχρόνου (δεν αγωνίστηκε στο δεύτερο), έβγαλε τη φανέλα του, την έσφιξε στη δεξιά γροθιά του και έκανε το γύρο του θριάμβου στον στίβο του «Μαρακανά».
Ένα τεράστιο πανό που ξεδιπλώθηκε στην κερκίδα έγραφε «Να ζήσει ο Βασιλιάς».
Μία εβδομάδα νωρίτερα είχε σημειώσει το τελευταίο διεθνές του γκολ σε φιλική συνάντηση με την Αυστρία στο Σάο Πάολο (1–1) μπροστά σε 125.000 θεατές.
Με την εθνική Βραζιλίας αγωνίστηκε 92 φορές, σημείωσε 77 τέρματα και 95 σε 112 εμφανίσεις συμπεριλαμβανομένων των ανεπίσημων φιλικών, έχοντας 67 νίκες, 14 ισοπαλίες και 11 ήττες.
Η επίδοση των γκολ αποτελούσε εθνικό ρεκόρ και ήταν η δεύτερη καλύτερη επίδοση στον κόσμο την εποχή του μετά τα 84 γκολ του Φέρνετες Πούσκας.
Το χιλιοστό γκολ!
Η επιδίωξη του 1.000ού γκολ του Πελέ είχε καλύψει την χειρότερη πορεία της Σάντος σε μια δεκαετία.
Έχασε τα τέσσερα πρώτα παιχνίδια της στο Τουρνουά Ρομπέρτο Γκόμες-Πεντρόσα και ουσιαστικά έφυγε από τη διοργάνωση λίγο περισσότερο από ένα μήνα αφότου ξεκίνησε.
Η κατάκτηση του κρατικού (πολιτειακού) πρωταθλήματος Παουλίστα για τρίτη συνεχόμενη χρονιά και όγδοη με τον Πελέ στη σύνθεσή της ήταν η μόνη επιτυχία της σεζόν.
Ο έλεγχος των στατιστικολόγων έδειχνε τον ακριβή αριθμό των τερμάτων από την αρχή της καριέρας του και αυτό ήταν το 909ο παιχνίδι του.
Την Τετάρτη, 19 Νοεμβρίου του 1969, ώρα 11.23 το βράδυ, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, το Σάο Πάολο, τη Μπραζίλια και τις άλλες μεγαλουπόλεις της Βραζιλίας, εκατομμύρια Βραζιλιάνοι ακούγανε στο ραδιόφωνο την περιγραφή του ποδοσφαιρικού αγώνα Σάντος-Βάσκο ντα Γκάμα για το Τουρνουά Ρομπέρτο Γκόμες-Πεντρόσα, με την αμυντική γραμμή της Βάσκο να προσπαθεί να μην είναι αυτή που θα δεχθεί το αποκαλούμενο milésimo.
Ήταν το 78ο λεπτό, το αποτέλεσμα ήταν 1–1 και ο Πελέ έχοντας ήδη ένα δοκάρι μέχρι τότε ετοιμαζόταν για χτύπημα πέναλτι που είχε κερδίσει ο ίδιος.
Αν ευστοχούσε, θα σημείωνε το χιλιοστό γκολ της καριέρας του, κάτι που κανένας ποδοσφαιριστής σε όλο τον κόσμο θεωρούταν ότι δεν είχε καταφέρει έως τότε (στη δεκαετία του 1990 και ακόμα αργότερα βεβαιώθηκε ότι σίγουρα είχαν προηγηθεί και άλλοι παίκτες με πρώτο τον Ούγγρο Ίμρε Σλόσσερ-Λάκατος και πιθανά πρώτο Βραζιλιάνο τον Αρτούρ Φριντενράιχ).
Η εσφαλμένη αυτή εντύπωση σχετίζεται όχι μόνο με τη φήμη του αλλά και το κορυφαίο επίπεδο των διεθνών αγώνων του, κάτι που διευκόλυνε τις στατιστικές της εποχής.
Η αγωνία των θεατών (65.157 εισιτήρια) στο στάδιο Μαρακανά κορυφώθηκε όταν έστησε την μπάλα στα 11 βήματα και πήρε φόρα για την ιστορική εκτέλεση.
Ο Πελέ σούταρε ένα τεχνικό πλασέ (paradinha) προς το αντίπαλο τέρμα.
Ο Αργεντίνος τερματοφύλακας Εντγκάρδο Αντράντα έπεσε στη σωστή γωνία, θεαματικά αλλά μάταια, καθώς η μπάλα κατέληξε στα δίχτυα του.
Αμέσως οι Βραζιλιάνοι ξέσπασαν σε ξέφρενους πανηγυρισμούς.
Ο Πελέ όρμησε στα δίχτυα, φίλησε τη «τυχερή» μπάλα και την πήρε για ενθύμιο, ενώ δεκάδες δημοσιογράφοι, εκατοντάδες φωτορεπόρτερ και χιλιάδες θεατές όρμησαν προς τον Πελέ, που απογειώθηκε στα χέρια των οπαδών. Έκανε το γύρο του σταδίου επευφημούμενος δύο φορές, μία μετά το γκολ και μία μετά το τέλος του αγώνα.
Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους χορεύοντας σάμπα.
Οι κόρνες των αυτοκινήτων χτυπούσαν ρυθμικά.
«Δεν θέλω γιορτές για μένα. Πιστέψτε ότι για μένα είναι πολύ πιο σημαντικό να βοηθήσουμε τα φτωχά παιδιά και τα άτομα που έχουν ανάγκη, σκέφτομαι πάνω απ’ όλα το είδος των Χριστουγέννων που πρόκειται να περάσουν οι άνθρωποι αυτοί», ήταν η πρώτη του δήλωση.
Η Βουλή διέκοψε τη συνεδρίασή της και κάλεσε τον Πελέ στην πρωτεύουσα Μπραζίλια για να τον τιμήσει και τα εθνικά ταχυδρομεία έβγαλαν ειδικό γραμματόσημο για το χρυσό γκολ.
Ο αγώνας ξανάρχισε με διακοπή 20 λεπτών και έληξε με νίκη της Σάντος με 2–1.
Αναμνηστική πλάκα τοποθετήθηκε στο γήπεδο και του προσφέρθηκε μία μπάλα 2 κιλών ατόφιου χρυσού.