”Τον θυμάμαι καλά τον παππού μου.
Φορούσε πάντα ένα ζευγάρι κομψά γυαλιά ηλίου και είχε τη δική του έκφραση.
Το έλεγε κάθε φορά που ήταν με φίλους…
”Κοίτα με! Δεν έχω δεκάρα στην τσέπη μου, αλλά είμαι χαρούμενος για το εγγόνι μου.”
Ο άνθρωπος που έδωσε το έναυσμα στον Μαρσέλο, ωστε να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο.
Σε μια χώρα όπως η Βραζιλία, όπου κάθε κάτοικος θα ήθελε να είναι ποδοσφαιριστής, πρέπει να έχεις κάτι περισσότερο για να ξεχωρίσεις.
Και εκτός από την ικανότητα, ο Μαρσέλο είχε πάντα τον παππού του.
Ο παππούς του, που ο ίδιος, ήδη τότε, αποκαλούσε τον εγγονό του, τον καλύτερο παίκτη σε ολόκληρη την Βραζιλία, συνόδευε τον μικρό εννιάχρονο Μαρσέλο στις προπονήσεις και στους αγώνες και πάντα αυτός πλήρωνε τα έξοδα του ταξιδιού και το φαγητό.
Μια χειρονομία που προκάλεσε στον Μαρσέλο μια τρελή επιθυμία να κατακτήσει τα πάντα, αλλά κυρίως να υιοθετήσει τη φιλοσοφία που του είχε διδάξει ο παππούς του…
«Θα προσπαθήσω να του το ανταποδώσω με κάθε τρόπο κερδίζοντας τρόπαια, αλλά ακόμα κι αν δεν τα καταφέρω, θα είμαι ακόμα ευτυχισμένος ως εγγονός του…
Στο τέλος τα κατάφερε, έγινε ένας απο τους κορυφαίους μπακ και έπαιξε στην Ρεάλ Μαδρίτης.
Και είναι σίγουρο ότι ο παππούς του, από εκεί ψηλά, τον καμαρώνει.