Ο Ατρόμητος Αθηνών ιδρύθηκε το 1923 στο κέντρο της Αθήνας, ενώ το 1932 μεταφέρθηκε στο Περιστέρι.
Τα χρώματα του Ατρόμητου είναι το μπλε και το άσπρο, ενώ έμβλημα του συλλόγου αποτελεί ένα αστέρι μπλε χρώματος με άσπρο φόντο.
Έδρα του συλλόγου είναι το Δημοτικό Στάδιο Περιστερίου «Άγγελος Ράμφος» χωρητικότητας 8.969 θεατών.
Σημαντικότερες αγωνιστικά στιγμές του Ατρόμητου υπήρξαν οι συμμετοχές του σε δύο τελικούς του Κυπέλλου Ελλάδας, με αντιπάλους την ΑΕΚ το 2011 και τον Ολυμπιακό το 2012, ενώ η υψηλότερη θέση που έχει κατακτήσει στο Πρωτάθλημα Ελλάδας είναι η 3η, το 1928 και στη νεότερη ιστορία του, το 2013.
Έχει εκπροσωπήσει τη χώρα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις 7 φορές και συγκεκριμένα τις αγωνιστικές περιόδους 2006-07, 2012-13, 2013-14, 2014-15, 2015-16, 2018-19 και 2019-20.
Ο Αθλητικός και Ποδοσφαιρικός Σύλλογος Αθηνών «Ατρόμητος» ιδρύθηκε τον Μάιο του 1923 από μια παρέα μαθητών που έπαιζαν ποδόσφαιρο στην πλατεία Βικτωρίας, στο κέντρο της Αθήνας.
Συγκεκριμένα ιδρυτές του συλλόγου ήταν οι Κολομβούνης, Πέτας, Σταθόπουλος, Συνοδινός, Σταματόπουλος και Γλυκοφρύδης.
Στο πρωτάθλημα της ΕΠΣ Αθηνών 1924–25, στον νικηφόρο με 4–0 αγώνα του επί του Αττικού Λένορμαν αγωνίστηκε με την παρακάτω σύνθεση: Οριγώνης Τζέντος (τερμ.), Γ. Γεωργίου (αρχηγός), Χ. Χρηστίδης (μπακ), Μ. Σκέκος, Π. Παπαδόπουλος, Θ. Σαραντόπουλος (χαφ), Δ. Σταθόπουλος, Ι. Πέττας, Δ. Κολομβούνης, Γ. Κανδρής, Μίχος (κυνηγοί).[5]
Το 1928 ως πρωταθλητής Αθήνας πήρε μέρος στο πρώτο πρωτάθλημα Ελλάδας, τερματίζοντας τρίτος (η σπουδαιότερη μέχρι τότε και για πολλά χρόνια επιτυχία του).
Την πρώτη αυτή περίοδο είχε και ομάδα βόλεϊ, η οποία αναφέρεται για πρώτη φορά το Σεπτέμβριο του 1924 όταν αγωνίστηκε σε τουρνουά του Γ.Σ. Αμαρουσίου, στο οποίο έφτασε στον τελικό με αντίπαλο τον Πανιώνιο.
Τα επόμενα χρόνια μετείχε ανελλιπώς στο αθηναϊκό πρωτάθλημα ως το 1930 τουλάχιστον. Το 1929 την ομάδα βόλεϊ αποτελούσαν οι αθλητές: Συνοδινός, Ουζούνης, Πέττας, Κρίθαρης, Σταθόπουλος, Πολυμερόπουλος.
Το 1928 είχε και ομάδα γυναικών που μετείχε στο αντίστοιχο γυναικείο πρωτάθλημα.
Μεταφορά έδρας στο Περιστέρι (1932)
Αρχικά η ομάδα αγωνιζόταν στο γήπεδο του Πανελληνίου και του Παναθηναϊκού.
Η ύπαρξη όμως πολλών ομάδων στην ίδια περιοχή αποτελούσε εμπόδιο για τη δημιουργία διακριτής ταυτότητας φιλάθλων.
Έτσι το 1932 ο σύλλογος αποφάσισε τη μεταφορά του στο Περιστέρι, συγχωνεύοντας στα σπλάχνα του την τότε ομάδα της περιοχής, τον «Νέο Αστέρα», από την οποία προέρχεται το παρόν έμβλημά του, ένα μπλε άστρο.
Ως το 1932 η δημοφιλέστερη ομάδα στο Περιστέρι ήταν ο «Νέος Αστήρ», ο οποίος ξεχώριζε από τις υπόλοιπες ομάδες της συνοικίας που ήταν η «Τόλμη Περιστερίου» (ιδρύθηκε το 1927 από τους Ρ. και Γ. Συνανίδη, Α. Ταξιάρχη και Σ. Γαβαλίδη), η «Αστραπή» και ο «Απόλλων» (ιδρύθηκε το 1929).
Ο Νέος Αστήρ είχε ιδρυθεί το 1927 από τα υπολείμματα «Ένωσης Περιστερίου», ενός παλιότερου σωματείου που είχε αδρανήσει.
Το πρώτο Δ.Σ. συγκροτήθηκε το 1928 με πρόεδρο τον Γ. Τσουρουκτσόγλου και γραμματέα τον Δ. Θεοδώρου, ο οποίος ήταν και ο πιο δραστήριος παράγων του συλλόγου.
Η ομάδα σύντομα κατέκτησε τις καρδιές των φιλάθλων της πόλης πετυχαίνοντας αρκετές νίκες επί γειτονικών σωματείων.
Επίσης, μαζί με τα υπόλοιπα σωματεία της πόλης διαμόρφωσαν γήπεδο για να αγωνίζονται, το οποίο απέκτησε τη φήμη απροσπέλαστης έδρας και οι άλλες ομάδες το αποκαλούσαν «κοπτήρι», διότι εκεί κόβονταν οι ελπίδες τους για νίκη.
Την περίοδο 1928–29 ο Ν. Αστέρας εντάχθηκε στην Γ΄ κατηγορία της ΕΠΣΑ, στον 5ο όμιλο. Ήταν η πρώτη και η μοναδική επίσημη ομάδα από το Περιστέρι και παρέμεινε στην ίδια κατηγορία ως την περίοδο 1932–33, οπότε απορροφήθηκε από τον Ατρόμητο Αθηνών που μετακόμισε στο Περιστέρι προσφέροντας στον νέο σύλλογο το γαλάζιο αστέρι που από τότε έγινε έμβλημα του Ατρόμητου.
Το 1930 τη βασική ομάδα του Ν. Αστέρα αποτελούσαν οι ποδοσφαιριστές: Π. Μπίμης, Κ. Μαδέλας, Σ. Καλαϊτζόπουλος, Σ. Μαυρομάτης, Γ. Αναγνωστίδης, Β. Βατιστός, Δ. Ζεϊμπέκος, Α. Κόνσολας, Μ. Γκαμπόλιος, Α. Αναγνωστίδης (αρχηγός), Α. Χριστοδούλου, Σ. Κασιμάτης.
Η ιστορική τρίτη θέση στο πρωτάθλημα του 1928 δεν είχε συνέχεια καθώς η πορεία της ομάδας δεν υπήρξε ανάλογη, είτε συμμετέχοντας στα πρωταθλήματα της ΕΠΣΑ, είτε (μεταγενέστερα) αποτελώντας “ασανσέρ” μεταξύ της μεγάλης και των μικρότερων εθνικών κατηγοριών. Επόμενη συμμετοχή μετά το 1928, σε πανελλήνια διοργάνωση, είχε το 1939, όταν τερμάτισε τελευταίος στον Νότιο όμιλο.
Από το 1940 έως και το 1962, ο Ατρόμητος αγωνίστηκε στα πρωταθλήματα Αθηνών (την τελευταία του χρονιά, 1961–62, κατέκτησε και το Πρωτάθλημα Αθηνών), ενώ από το 1960 συμμετείχε στη Β’ Εθνική κατηγορία, που από την περίοδο 1962–63 ξεκίνησε να υφίσταται ως μόνιμη κατηγορία, πριν τη μεγαλύτερη Α’ Εθνική κατηγορία.
Στην Β’ παρέμεινε συνεχόμενα, ως την περίοδο 1971–72, όταν και κέρδισε την άνοδο στη μεγαλύτερη κατηγορία της Ελλάδος.
Την περίοδο 1972–73, ο Ατρόμητος πραγματοποίησε την ιστορική πρώτη του συμμετοχή, στην 1η Εθνική κατηγορία, τερματίζοντας 16ος σε σύνολο 18 ομάδων και υποβιβάστηκε.
Επέστρεψε την μεθεπόμενη περίοδο (1974–75) όπου ήταν η τελευταία ομάδα πάνω από τη ζώνη του υποβιβασμού (13η θέση σε σύνολο 18).
Ακολούθησε μια αρκετά καλή χρονιά, τερματίζοντας στην 9η θέση, με τις ομάδες να έχουν μειωθεί σε 16 την περίοδο 1975–76.
Την επόμενη χρονιά (1976–77), ο Ατρόμητος πραγματοποίησε μια απογοητευτική πορεία, τερματίζοντας τελευταίος και έτσι ο υποβιβασμός ήταν αναπόφευκτος.
Τέσσερις χρονιές αργότερα, την περίοδο 1980–81, επέστρεψε στην κορυφαία κατηγορία, ως Πρωταθλητής Β’ Εθνικής, όμως τερμάτισε και πάλι τελευταίος και υποβιβάστηκε.
Από την έναρξη της δεκαετίας του 80′ έως και τα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο Ατρόμητος ανεβοκατέβαινε τις μικρότερες κατηγορίες.
Το 1987 υποβιβάστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία του, στην Γ’ Εθνική, επέστρεψε την αμέσως επόμενη χρονιά στη Β’, για να πέσει εκ νέου στην Γ’ το 1994, ενώ έφτασε μέχρι και την Δ’ Εθνική την περίοδο 1997–98, αλλά επέστρεψε στην Γ’, ως Πρωταθλητής της 4ης τη τάξει κατηγορίας Ελλάδος.
Το 2002, επέστρεψε στη δεύτερη κατηγορία, έπειτα από οκτώ χρόνια απουσίας.
Την περίοδο 2004–05 ο Ατρόμητος εμφανίστηκε αδύναμος στη Β’ Εθνική τερματίζοντας προτελευταίος. Προ του φάσματος του υποβιβασμού και χωρίς να επηρεαστούν τα διακριτικά, το όνομα ή η έδρα του, συγχωνεύτηκε με τη Χαλκηδόνα, η οποία είχε μια αξιόλογη πορεία στην Α’ εθνική και αποτελούσε φόβητρο για τις μεγάλες ομάδες, όμως δεν διέθετε ικανό σε αριθμό φίλαθλο κοινό.
Το τελευταίο αποτελείτο κατά βάση από εργαζόμενους του ομίλου πετρελαιοειδών ΕΤΕΚΑ του Γιώργου Σπανού, προέδρου της ομάδας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, συνδυάστηκε η ποιότητα του έμψυχου υλικού της Χαλκηδόνας με τη δυναμική των φιλάθλων του Περιστερίου.
Η ημερομηνία που οριστικοποιήθηκε επίσημα η συγχώνευση με ανακοίνωση, ήταν η 31η Μαΐου του 2005.