“Η ατμόσφαιρα στο Olimpico ήταν εξαιρετική, νιώσαμε σαν στο σπίτι μας, ήμασταν στη Ρώμη για λίγες μέρες και είχε δημιουργηθεί μια οικογενειακή ατμόσφαιρα.
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στο λεωφορείο, οι άνθρωποι μας υποδέχονταν και μας μετέφεραν μέχρι να φτάσουμε στο γήπεδο:
Ένα θέαμα απίστευτο ακόμα και πριν ξεκινήσει το ματς.
Εκείνες τις στιγμές δεν υπάρχει χρόνος για σκέψη, είσαι απόλυτα συγκεντρωμένος.
Θυμάμαι ότι το βράδυ πριν τον αγώνα δεν κοιμήθηκα ούτε ένα δευτερόλεπτο, ήμουν μόνος στο δωμάτιό μου, «είδα» την ταινία του αγώνα, φανταζόμουν τι μπορεί να συμβεί και σκέφτηκα τα χαρακτηριστικά των αντιπάλων.
Ήταν μια πολύ μεγάλη νύχτα.
Η Γιούβε έπαιξε ένα καλό ματς, ήταν ο Ραβανέλι που έσπασε το αδιέξοδο, φαινόταν τρελός γι’αυτό το γκολ.
Ήταν σε πλήρη αγωνιστική έκσταση, έτρεχε σαν τρελός και δεν μπορούσαμε να τον αντιμετωπίσουμε.
Νιώσαμε ότι ήμασταν ένα βήμα μακριά από τη νίκη.
Στη συνέχεια όμως ο Άγιαξ ισοφάρισε και το ματς πήγε στην παράταση και μετά στα πέναλτι…
Τεράστια ένταση… ω ναι, υπήρξε αρκετή φασαρία.
Κάποιοι δεν είχαν όρεξη, άλλοι είχαν σωματικά προβλήματα.
Γεγονός είναι ότι όταν υπάρχουν πέναλτι, για πάντα, όλοι θυμούνται ποιος έκανε το λάθος και δεν είναι πολύ ευχάριστο.
Ο Λίπι πλησίασε και μου ζήτησε να πάρω το τρίτο, του θύμισα έναν πόνο που είχα υποστεί στην προπόνηση και ήταν άκαμπτος…
«Δεν με νοιάζει, θα βάλεις το πέναλτι».
Σε εκείνο το σημείο του ζήτησα να πάω πρώτος να το εκτελέσω και έτσι έγινε.
Προτίμησα, με έναν υπαινιγμό απερισκεψίας, να σπάσω αμέσως την ένταση.
Πήγε καλά, επίσης επειδή σκόραρα αφού ο Ντάβιντς έχασε το πέναλτι και κάθε τόσο τον κοροϊδεύω για τον τρόπο που το βάρεσε.
Ο Πεσότο έδειξε χαρακτήρα, ήταν πολύ νέος και ανέλαβε μεγάλη ευθύνη.
Ο Τζιανλούκα Βιάλι, ωστόσο, δεν ήταν στη λίστα των πέντε.
Ήρθε από έναν τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών που έληξε άσχημα το 1992 και δεν είχε όρεξη να σουτάρει.
Πάντα του λέω ότι του κάναμε ένα ωραίο δώρο…
Ήταν ωραίο γιατί και οι Ολλανδοί οπαδοί χειροκροτούσαν, έκαναν έναν φόρο τιμής και σε εμάς.
Στον διεθνή χώρο τα πνεύματα είναι λιγότερο θερμά από ό,τι στο πρωτάθλημά μας, το απολαύσαμε πραγματικά μέχρι τέλους».
Tσίρο Φεράρα