Ο Νταμίρ Μουλαομέροβιτς (Τούζλα, 19 Σεπτεμβρίου 1974) είναι Κροάτης πρώην διεθνής καλαθοσφαιριστής και νυν προπονητής καλαθοσφαίρισης της Τσεντεβίτα και της Εθνικής Κροατίας.
Έχει ύψος 1,95 μ και αγωνιζόταν στην θέση του πόιντ γκαρντ.
Ο Νταμίρ Μουλαομέροβιτς υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο σε ηλικία 16 ετών με τη Σλόμποντα Ντίτα, ομάδα της Βοσνίας στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1994, έχοντας καταφέρει μάλιστα να κατακτήσει το Κύπελλο Βοσνίας του ίδιου έτους.
Το 1994 μεταπήδησε στην Κροατία και μετεγγράφη στην Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ.
Με την κροατική ομάδα αγωνίστηκε για τέσσερις σεζόν και κατέκτησε 4 Πρωταθλήματα Κροατίας (1995, 1996, 1997, 1998) και 2 Κύπελλα Κροατίας (1995, 1996).
Την περίοδο 1998-99 αγωνίστηκε με την ιταλική Φορτιτούντο Μπολόνια, με την οποία κατέκτησε το ιταλικό Σούπερ Καπ του 1998.
Μετά το πέρασμά του από την Ιταλία, ο Μουλαομέροβιτς ταξίδεψε στην Τουρκία, προκειμένου να συνεχίσει εκεί την επαγγελματική του καριέρα.
Την διετία 1999-2001 αγωνίστηκε με την τουρκική Εφές Πίλσεν, με την οποία κατάφερε να κατακτήσει το κύπελλο Τουρκίας του 2001.
Το καλοκαίρι του 2001 άφησε την Τουρκία και ταξίδεψε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Παναθηναϊκού.
Με τον Αθηναϊκό σύλλογο δεν κατάφερε να κατακτήσει κάποιο τίτλο εντός ελληνικών συνόρων, ωστόσο κατέκτησε την Ευρωλίγκα του 2002, ο οποίος αποτέλεσε τον πρώτο διεθνή τίτλο που κατακτούσε ο Μουλαομέροβιτς στην καριέρα του.
Την περίοδο 2002-2003 αγωνίστηκε αρχικά με τη φανέλα της ιταλικής Σναϊντέρο Ούντινε και στη συνέχεια με αυτή της ισπανικής Ρεάλ Μαδρίτης.
Το καλοκαίρι του 2003, ο Μουλαομέροβιτς επέστρεψε στην Ελλάδα και υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο συνεργασίας με τον ΠΑΟΚ στον οποίο παρέμεινε μέχρι το 2005.
Τη σεζόν 2005-06 αγωνίστηκε με την φανέλα του Πανελληνίου ενώ τον αμέσως επόμενο χρόνο μετεγγράφη στον Ολυμπιακό.
Με τους ερυθρόλευκους αγωνίστηκε για λίγους μόνο μήνες, καθώς οι διαφωνίες του με τον τότε προπονητή της ομάδας Πίνι Γκέρσον οδήγησαν στην πρόωρη αποχώρησή του από το σύλλογο.
Στις 22 Ιανουαρίου του 2007, ο Μουλαομέροβιτς μεταπήδησε στην Ισπανία για λογαριασμό της Σαν Σεμπάστιαν Γκιμπούτσκοα, ενώ λίγους μήνες μετά επέστρεψε στην Κροατία και την ΚΚ Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ.
Αγωνίστηκε με τη φανέλα του ΠΑΟΚ Θεσσαλονίκης, για δεύτερη φορά στην καριέρα του.
Επέστρεψε για ακόμη μια φορά στην Κροατία για λογαριασμό αυτή τη φορά της ΚΚ Ζάγκρεμπ, στην οποία αγωνίστηκε μέχρι το Μάϊο του 2012, έχοντας καταφέρει μάλιστα να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα Κροατίας (2011) καθώς και δύο Κύπελλα Κροατίας (2010 και 2011).
Μετά το τέλος της αγωνιστικής περιόδου 2011-12, ο Μουλαομέροβιτς αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό δράση και να βάλει τέλος στην πολυετή του καριέρα.
Το καλοκαίρι του 2013, ο Νταμίρ Μουλαομέροβιτς αποφάσισε να επιστρέψει στο χώρο του μπάσκετ, αυτήν την φορά από άλλο πόστο και συγκεκριμένα αυτό του προπονητή.
Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 2013 ανακοινώθηκε επίσημα η πρόσληψή του από τη Σλόμποντα Τούζλα, ομάδα της Βοσνίας. Στην ομάδα έμεινε μέχρι το 2015.
Το 2015 συμφώνησε με την κροατική Τσιμπόνα.
Στον σύλλογο έμεινε μέχρι το 2017 χωρίς να κατακτήσει κάποιο τίτλο. Μάλιστα παραιτήθηκε από την ομάδα καθώς του προτάθηκε ο υποβιβασμός του από πρώτος προπονητής σε βοηθό.
Το 2016 συμφώνησε με την εθνική ομάδα Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, οδηγώντας την στα προκριματικά του Ευρωμπάσκετ 2017.
Μετά από τέσσερις μήνες και την αποτυχία πρόκρισης παραιτήθηκε από την εθνική στις 15 Σεπτεμβρίου.
Το 2018 συμφώνησε με την Εθνική Κοσόβου και με την Πρίστινα, ομάδα της ίδιας χώρας.
Με την Πρίστινα έφτασε στο Top 16 του FIBA Europe Cup και κατέκτησε το βραβείο του προπονητή της σεζόν για την διοργάνωση.
Επίσης κατέκτησε το Πρωτάθλημα και το Κύπελλο Κοσόβου για το 2019.
Το 2019 ανέλαβε για δεύτερη φορά την ομάδα της Σλόμποντα Τούζλα. Αποχώρησε το 2021.
Το 2021, ανέλαβε την κροατική Τσεντεβίτα.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2022, ανέλαβε την Εθνική Κροατίας, αντικαθιστώντας τον Βέλικο Μρσιτς.
Αν και γεννήθηκε στην πόλη Τούζλα της Βοσνίας, ο Μουλαομέροβιτς δεν αγωνίστηκε ποτέ με την εθνική ομάδα μπάσκετ της χώρας.
Το 1995, κλήθηκε από τον τότε προπονητή της εθνικής ομάδας της Κροατίας Πέταρ Σκάνσι και έκτοτε αποτελούσε μόνιμο στέλεχος της Εθνικής ομάδας της χώρας για αρκετά χρόνια. Συγκεκριμένα έχει αγωνιστεί στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1996, και στα Ευρωμπάσκετ του 1997, του 1999, του 2001 και του 2003.
Στις 25 Απριλίου 2004, ο Νταμίρ Μουλαομέροβιτς έγραψε ιστορία με την φανέλα του Δικεφάλου.
Ο «Μούλα» κρατούσε την μπαγκέτα του μαέστρου και σε εκείνο το κυριακάτικο απόγευμα έκανε ίσως την καλύτερη εμφάνιση του με τον Δικέφαλο στο άνετο 99-69 επί του Περιστερίου.
54 από τους 99 πόντους του ΠΑΟΚ πέρασαν από τα χέρια του.
Δεν ήταν μόνο οι 26 πόντοι του με 8/8 βολές και 6/11 τρίποντα.
Ήταν και οι 14 ασίστ με τις οποίες δημιούργησε ένα ακατάρριπτο μέχρι και σήμερα ρεκόρ για τον Δικέφαλο.
Η επίδοση των 14 ασίστ του «Μούλα» σε εκείνο το παιχνίδι με το Περιστέρι είναι η 2η στην ιστορία του ελληνικού, επαγγελματικού Πρωταθλήματος –τη σημείωσε και ως παίκτης του Πανελληνίου αλλά και άλλοι τρεις, Ουόρεν, Δεμέναγας και Βετούλας.
