Μια φορά κι έναν καιρό ήμασταν ο Ριμπερί, ο Τουράμ, ο Καναβάρο και εγώ.
Δύο Γάλλοι και δύο Ιταλοί, στριμωγμένοι επικίνδυνα σε λίγα τετραγωνικά μέτρα.
Οι τέσσερις μας επιλέχθηκαν για το ντόπινγκ κοντρόλ, θέμα κακής τύχης.
Μετά από μια γρήγορη επίσκεψη στα αποδυτήρια μας για να χαιρετίσουμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μας συνόδευσαν σε μια κρύα και όχι πολύ μεγάλη αίθουσα, όπου έπρεπε να φέρουμε εις πέρας τις ανάγκες μας.
Στην πραγματικότητα έπρεπε να κατουρήσουμε.
Προφανώς δύο από εμάς ήμασταν πολύ χαρούμενοι και οι άλλοι λίγο λιγότερο.
Σε δυνητικό επίπεδο, η εγγύτητα μεταξύ των νικητών και των ηττημένων θα μπορούσε να γίνει εκρηκτική.
Θεέ μου, ήμουν στο περιθώριο, σε μια γωνιά, εν μέρει λόγω της σαμπάνιας που έπινα, αλλά κυρίως επειδή είχα ήδη κάνει την μαλακ… μου κατά τη διάρκεια αυτού του Μουντιάλ.
Επιπλέον, ήμουν νέος, και ως εκ τούτου σε ορισμένες περιπτώσεις καλό είναι πάντα να παραμένεις σιωπηλός.
Ο Ribéry είχε την ίδια στάση με εμένα, με την έννοια ότι δεν φαινόταν να τον ενδιαφέρει καθόλου.
Ήθελε να κατουρίσει και να φύγει, όσο πιο γρήγορα γινόταν.
Ημι-κρυμμένη, κάποιος υπάλληλος της FIFA είχε τοποθετήσει μια μικρή οθόνη.
Δεδομένου ότι ήταν συντονισμένος σε ένα κανάλι που μετέδιδε εικόνες από τον αγώνα και τους πανηγυρισμούς, όταν έδειξαν τον Ματεράτσι και την κεφαλιά του Ζιντάν, με αποτέλεσμα την αποβολή του, οι παλμοί ανέβηκαν.
Η κατάσταση θερμάνθηκε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.
Ευτυχώς δεν εγιναν χειρότερα τα πράγματα.
Ο Thuram παραπονέθηκε και λίγο μετά -με ένα timing που μπορεί να φαινόταν ύποπτο, αλλά στην πραγματικότητα ήταν απολύτως συμπτωματικό, ο Demetrio Albertini, μπήκε από την πόρτα, με το Παγκόσμιο Κύπελλο στο χέρι. «Σκατά!».
Η φωνή που ακούστηκε ήταν ακόμα αυτή του Τουράμ.
Ήταν πολύ θυμωμένος με τον Καναβάρο επειδή ήταν συμπαίκτες στη Γιουβέντους.
Και όταν είσαι φίλος μπορείς να πάρεις περισσότερες ελευθερίες…
«Τι στο διάολο κάνεις; Χρειαζόμαστε σεβασμό, μην μας πετάτε το Κύπελλο στα μούτρα.
Les italiens, les italiens…».
Ο Cannavaro απάντησε…
«Για να είμαι ξεκάθαρος, είμαστε περήφανοι που είμαστε les italiens.
Οπότε, πρέπει να δείχνετε σεβασμό πρώτα εσείς».
Συνέχισα να ζω σε έναν δικό μου κόσμο.
Φιμωμένος.
Δεν μίλησα, επίσης γιατί ήταν η πρώτη φορά – εξαιρουμένης της απονομής των βραβείων – που μπόρεσα να κοιτάξω το τρόπαιο, χωρίς σχεδόν κανέναν τριγύρω, σε όλο του το μεγαλείο.
Ο Ριμπερί συνέχισε επίσης να παρακολουθεί τη σκηνή χωρίς να πει λέξη.
Κούνησε το κεφάλι του και άρχισε πάλι να σκέφτεται το κατούρημα.
Αλλά ο Τουράμ δεν το έβαλε κάτω…
«Παρε το Κύπελλο από εδώ!».
Ο Καναβάρο μπήκε στην μάχη, όπως μόνο αυτός μπορούσε να κάνει σε εκείνο το Παγκόσμιο Κύπελλο.
Έχασε την υπομονή του…
«Ωχ, τώρα Λίλιαν τι θες…??»
Θυμάστε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2000;
Έλα, αν κάνεις προσπάθεια θα το θυμηθείς.
Μας κέρδισες στον τελικό, ήμασταν και οι δύο βασικοί και στο τέλος δεν με χαιρέτησες καν.
Γι’αυτό σκάσε.”
Ο Αλμπερτίνι γύρισε και έφυγε.
Μαζί του και το Παγκόσμιο Κύπελλο.
Ο Φάμπιο κι εγώ χρειαστήκαμε λίγα λεπτά για να κατουρήσουμε, οπότε επιστρέψαμε στα αποδυτήρια μας.
Κανείς δεν άπλωσε τα χέρια του σε κανέναν, αλλά σε κάποιο σημείο σκέφτηκα ότι μπορεί να συμβεί.
Μείναμε με σπίθες, αλλά η φωτιά ήταν προ των πυλών.
Βγήκαμε έξω. Πήγαμε να απολαύσουμε το Κύπελλο».
Ντανιέλε Ντε Ρόσι