Μαζί του στον πάγκο, οι «ατζούρι» τερμάτισαν τέταρτοι στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 και το Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1980, πριν φτάσουν στο θρίαμβο της Ισπανίας το 1982 και κατακτήσουν το Παγκόσμιο Κύπελλο!
Γεννημένος στις 27 Σεπτεμβρίου του 1927, ακολούθησε τον δρόμο όλων των μεγάλων αστέρων του πάγκου, αφού αν και έπαιξε επαγγελματικά ποδόσφαιρο και μάλιστα σε ομάδες όπως η Τορίνο και η Ίντερ, δεν κατάφερε ποτέ να ξεχωρίσει.
Παρόλα αυτά, η τύχη του άλλαξε όταν αποφάσισε να γίνει προπονητής, καθώς ξεκινώντας από τα τμήματα υποδομής της Τορίνο, βρέθηκε στην εθνική Νέων της Ιταλίας το 1969.
Στην ίδια θέση έμεινε μέχρι και τι 1975, όταν και κλήθηκε να αναλάβει την Εθνική Ιταλίας!
Το ξεκίνημά του δεν ήταν ιδανικό, όμως με υπομονή δημιούργησε μια ομάδα βασισμένη στην αμυντική παράδοση της χώρας και στο επιθετικό ταλέντο του Πάολο Ρόσι, τον οποίο συμπεριέλαβε στην αποστολή για το Μουντιάλ του 1982, παρότι είχε μπλεχθεί σε στοιχηματικό σκάνδαλο.
Το ρίσκο του αυτό δικαιώθηκε, καθώς ο Ρόσι ήταν ο ηγέτης των «ατζούρι», οδηγώντας τους στην κατάκτηση της διοργάνωσης.
Ο Μπεαρζότ έμεινε άλλα τέσσερα χρόνια στην πάγκο της Ιταλίας και μετά το Μουντιάλ του 1986 στο Μεξικό αποχώρησε, έχοντας 104 παιχνίδια ως προπονητής των «ατζούρι».
Το ρεκόρ αυτό μέχρι και τις μέρες μας παραμένει αξεπέραστο.
“Ο Έντσο είναι κομμάτι της ύπαρξης μου, κομμάτι του εαυτού μου.
Ένας αξιοπρεπής άνθρωπος, αυταρχικός αλλά και τρυφερός ταυτόχρονα.
Χρωστάω στον Bearzot πάρα πολλά.
Η δική μας είναι μια σταθερή σχέση, φτιαγμένη από εκτίμηση, στοργή και σεβασμό.
Ήταν ένας δεύτερος πατέρας για μένα, ένα ορόσημο.
Εγώ γι’ αυτόν ήμουν ένας γιος.
Πίστεψε σε μένα όταν με θεωρούσαν τελειωμένο.
Με περίμενε, με έπαιρνε στο τηλέφωνο σχεδόν κάθε μέρα ως γονιός, με ενθάρρυνε, ζητώντας μου να μείνω προσηλωμένος στους στόχους μου.
Και με υπερηφάνεια του το ξεπλήρωσα.
Έχω ακόμα ένα ηθικό χρέος απέναντι του, πάντα θα έχω.
Δεν είναι απλά ο προπονητής μου, είναι ο άνρωπος που μαζί φτάσαμε στην κορυφή!”
Πάολο Ρόσι
“Ο Μπεαρζότ ήταν ένας φίλος, πράγματι ένας φίλος.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μπεαρζότ ήταν πάντα, όπως εγώ, ένα ξένο σώμα σε αυτό το σύστημα.
Αν έπρεπε να περιγράψω με μια μόνο λέξητον καλλιεργημένο και έξυπνο Εντσο, θα ήταν “Δάσκαλος”.
Δύσκολα χρησιμοποιεί κανείς σήμερα αυτή την λέξη.
Αντ ‘αυτού, ήταν ένα είδος πολικού αστέρα.
Μέσα από τη σεμνότητα του, μέσα από εκείνη την πεισματικά και αυστηρά συγκινητική «εντός των γραμμών» όψη του κατάφερε να είναι σπουδαίος μαέστρος… Μια λέξη που καταχράζεται σήμερα.
Εκείνος, όμως, ήταν πραγματικά άξιος αυτής της λέξης.
Μιλούσε λίγο, έκρυβε τον εαυτό του και τα συναισθήματά του, αλλά ήταν πάντα εκεί, συγκροτημένος και προετοιμασμένος, για να καλύψει τα νώτα του, για να αναλάβει τις ευθύνες του μετά τα παιχνίδια, ανεξάρτητα από το πώς θα πήγαιναν, σταματούσε χωρίς κανένα πρόβλημα να μιλήσει με τους φιλάθλους έξω από το γήπεδο και να τους εξηγήσει τις επιλογές και τις αποφάσεις του.
Υπήρξαν πολύ μεγάλοι, και μερικές φορές επικίνδυνοι σπασμοί, ειδικά που πάνω από μία φορά αναγκάστηκα να τον βάλω στο λεωφορείο.
Από ηθικής πλευράς, θα τον χαρακτήριζα ως έναν άνθρωπο προικισμένο με άγρια ειλικρίνεια.
Δεν ξέρω αν έχει καλό ήχο αυτό, εξ ορισμού,
αλλά δεν έχει σημασία.
Αυτό ήταν.
Και γι’αυτή την πεισματάρα ειλικρίνεια, τόσο αντίθετη με την κοινή νόρμα στην Ιταλία της δεκαετίας του ’80, γονατιστός μπροστά στον ηδονισμό και τη θρησκεία των ΜΜΕ, κατέληξε να είναι μισητός. “
Ντίνο Τζοφ