«Αποφάσισα να στείλω τον γιο μου σε άλλη σχολή ποδοσφαίρου. Αυτό αποφάσισα και θέλω να εξηγήσω τους λόγους που με οδήγησαν σε αυτή την επιλογή. Εδώ και αρκετό καιρό ο γιος μου, από τα εφτά του, παίζει στην ίδια ομάδα και αυτό που δεν μου αρέσει είναι ότι δεν ξέρει την έννοια της λέξης «ήττα». Επιτρέψτε μου να εξηγήσω... Η ομάδα του είναι πολύ δυνατή, αυτός και οι συμπαίκτες του έχουν προπονηθεί για πέντε χρόνια με τον ίδιο προπονητή και δημιούργησαν ένα ισχυρό σύνολο, το μόνο πράγμα που πρέπει να κάνουν, είναι να νικάνε. Όταν πάω να δω τους αγώνες, αν μπορούσα να στοιχηματίσω χρήματα σε αυτούς, θα είχα γίνει πλούσιος. Νίκη! Συνεχώς! Και αυτό δεν μου αρέσει πια. Στην αρχή ήταν ωραία αλλά με τον καιρό άλλαξα γνώμη. Αυτός ο σύλλογος λειτουργεί ως εξής, ανάλογα με τον αριθμό των μελών, δημιουργούνται ομάδες (α, β, γ ...) με βάση την ποιότητα των μικρών παικτών και ο γιος μου είχε την "ατυχία" να είναι καλός και επομένως να μπει στην πρώτη. Το μόνο που μετράει εκεί είναι η νίκη, η νίκη επι του αντιπάλου, η κατάκτηση κυπέλλων και τροπαίων, τα οποία προπονητές και διοικούντες με περηφάνια επιδεικνύουν στη βιτρίνα του γηπέδου. Αλλά ο γιος μου αξίζει περισσότερο από ένα μετάλλιο και τον χάνω. Άρχισε να κοιτάζει τους φίλους του στο σχολείο υπεροπτικά, κάνει παρέα μόνο με τους συμπαίκτες του (μάλιστα, της ομάδας «α») και, στα 12 του, παρουσιάζει μια ανταγωνιστικότητα που εμένα δεν μ'αρέσει καθόλου. Δεν έχει ενσυναίσθηση αν κάτι πάει στραβά, δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα αλλά τρέχει σε αναζήτηση της ευκολότερης λύσης. Είναι ντροπαλός. Όταν παίζει, για την ομάδα του μετράει μόνο το αποτέλεσμα, με όποιο κόστος. Και οι άλλοι γονείς στην κερκίδα, που κάθονται δίπλα μου, δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να καυχιούνται για τα παιδιά τους, σαν να μειώνουν τα παιδιά των άλλων. Δεν μου αρέσει πια αυτό. Έχω παίξει και ξέρω ότι το ποδόσφαιρο κάθε άλλο παρά έτσι είναι. Θέλω να αρχίσει να χάνει και ο γιος μου! Θέλω να μετανιώσει για την ήττα, να ενθαρρύνει έναν συμπαίκτη του μετά το λάθος, να του απλώσει το χέρι για να τον βοηθήσει να σηκωθεί όταν πέσει. Να μάθει να ανακαλύπτει τον εαυτό του και τα όριά του, να τα ξεπερνά μέσα από τη δέσμευση και τη σταθερότητα. Θέλω να γυρίσει σπίτι απογοητευμένος και με την επιθυμία να βελτιώσει ό,τι δεν έχει πάει καλά. Θέλω να γνωρίζει ότι πίσω από μια ήττα υπάρχει ένας δρόμος ανάκαμψης, ότι η ήττα δεν σημαίνει αποτυχία αλλά απλά πρέπει να προσπαθήσεις ξανά, περισσότερο από πριν και ακόμα καλύτερα. Επιπλέον, θέλω ο προπονητής να τον αφήσει να κάνει ένα λάθος, να τον κάνει να προσπαθήσει να εκφράσει τη δημιουργικότητά του, αντί να προτιμήσει ένα τακτικό, βαρετό και συγκεκριμένο ποδόσφαιρο. Προσπάθησα να ζητήσω από τον μάνατζερ να τον βάλει σε μια ομάδα «λιγότερο καλών» παικτών αλλά δεν ήθελε. Αποφάσισα λοιπόν ότι θα πάω τον γιο μου σε άλλη σχολή ποδοσφαίρου, δεν του το έχω επιβάλει αλλά του έχω μιλήσει και φαίνεται να έχει καταλάβει το πρόβλημα. Από την άλλη, τον τελευταίο καιρό δεν το διασκεδάζει πια γιατί, όπως είπε, στο γήπεδο «έπρεπε να κάνει πάντα τα ίδια πράγματα, δεν επιτρεπόταν το ρίσκο». Θα πάει να παίξει αλλού, σε μια ομάδα την οποία κέρδισε τελευταία φορά με 7-0. Ίσως θα χάσει από τους πρώην συμπαίκτες του, αλλά ελπίζω να γυρίσει σπίτι με χαμόγελο και να ανακτήσει τις σχέσεις με τους φίλους του από το σχολείο. Νομίζω ό,τι μπορεί να γίνει καλύτερος άνθρωπος στο μέλλον... Στο διάολο τα κύπελλα και τα μετάλλια! Ένας συνηθισμένος μπαμπάς».