Ο Γιώργος Ζαχαρόπουλος (γενν. Αθήνα, 13 Δεκεμβρίου 1971) είναι Έλληνας παλαίμαχος ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν ως επιθετικός.
Ξεχώρισε για την ικανότητα του στο σκοράρισμα, καθώς υπήρξε, καθ’ όλη τη διάρκεια της ποδοσφαιρικής του καριέρας, παραγωγικός σκόρερ σε όλες τις κατηγορίες.
Αξιοσημείωτο είναι πως η φυσική του κατάσταση και η αγάπη του για το ποδόσφαιρο, τον έκαναν να αγωνιστεί με ιδιαίτερη επιτυχία μέχρι την ηλικία των 42 ετών.
Μέχρι και το 2011 μετρούσε 457 συμμετοχές πρωταθλημάτων Α΄, Β΄ και Γ΄ Εθνικής και 207 τέρματα.
Όντας παραγωγικός σκόρερ, στην καριέρα του αναδείχθηκε συνολικά 4 φορές πρώτος σκόρερ σε πρωτάθλημα, ενώ το ρεκόρ του είναι 24 γκολ σε μία χρονιά, κάτι που πέτυχε 2 φορές.
Επίσης έχει χαρακτηριστεί ως γυρολόγος των ελληνικών γηπέδων, καθώς αγωνίστηκε σε περισσότερες από 10 ομάδες.
Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο το 1986, από τον Ηρακλή Περιστερίου, στην Α’ κατηγορία της Αθήνας, σε ηλικία 15½ ετών.
Στη συνέχεια μεταπήδησε στον Α.Ο. Μελισσίων.
Στα 17½ χρόνια του, πήγε στον Εθνικό Πειραιώς.
Με τη φανέλα του Εθνικού έγινε επαγγελματίας και αγωνίστηκε για πρώτη φορά στη Β’ Εθνική (1992-93).
Την επόμενη χρονιά όμως, 1993-94, υπέστη τραυματισμό και έμεινε όλη τη χρονιά εκτός δράσης.
Επανήλθε την αμέσως επόμενη, 1994-95, όπου αγωνίστηκε στην Α’ Εθνική και στο δεύτερο μισό της, αποκτήθηκε από τον Παναργειακό, με τον οποίο αγωνίστηκε στη Β’ Εθνική, ολοκληρώνοντας τη σεζόν.
Το 1995 αποκτήθηκε από τον Εθνικό Αστέρα, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε στη Γ’ Εθνική και αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας, όπου με 33 συμμετοχές σημείωσε 24 τέρματα.
Το 1996, μετακινήθηκε στο Αγρίνιο για τον Παναιτωλικό, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε στη Β’ Εθνική δύο χρόνια και τη δεύτερη χρονιά (1997-98) αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας.
Το 1998 επέστρεψε στην Αθήνα και στον Εθνικό Αστέρα, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε ένα χρόνο, την περίοδο 1998-99, στην Α’ Εθνική. Το 1999 αποκτήθηκε από την Καλλιθέα και με τη φανέλα της αγωνίστηκε δύο χρόνια στη Β’ Εθνική.
Το 2001 αποκτήθηκε από την Χαλκηδόνα.
Με τη φανέλα της Χαλκηδόνας αγωνίστηκε με ιδιαίτερη επιτυχία. Αρχικά την πρώτη χρονιά, 2001-02, σημείωσε 12 τέρματα στο πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής και κατατάχθηκε δεύτερος σκόρερ, ενώ την επόμενη (2002-03) σημείωσε σύνολο 21 τέρματα στο πρωτάθλημα και αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ, κατακτώντας παράλληλα το πρωτάθλημα και την άνοδο στην Α’ Εθνική, στην οποία αγωνίστηκε με τα χρώματα της Χαλκηδόνας για δύο ακόμα χρονιές.
Το 2005, με τη συγχώνευση της Χαλκηδόνας με τον Ατρόμητο Αθηνών μεταπήδησε στον δεύτερο και με τη φανέλα του Ατρομήτου αγωνίστηκε ένα χρόνο, την περίοδο 2005-06, στην Α’ Εθνική.
Το 2006 πήρε μεταγραφή στον νεοφώτιστο στην Α΄ Εθνική Α.Ο. Κέρκυρα, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε επίσης για ένα χρόνο στην Α΄ Εθνική, την περίοδο 2006-07 και σε σύνολο 10 συμμετοχές πέτυχε 3 τέρματα.
Το 2007 αποκτήθηκε από τον Φωστήρα και με τη φανέλα του Φωστήρα αγωνίστηκε με επιτυχία δύο χρονιές στη Γ’ Εθνική, ενώ την δεύτερη και τελευταία του χρονιά με τα χρώματα του Φωστήρα, αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του 1ου ομίλου της Γ’ Εθνικής.
Aποκτήθηκε από την Ένωση Ασπροπύργου και τον Δεκέμβριο μεταπήδησε στον Βύζαντα Μεγάρων,με τη φανέλα του οποίου και ολοκλήρωσε την χρονιά, αγωνιζόμενος αμφότερα στην Γ΄ Εθνική.
Το 2010 αποκτήθηκε από τον Θρασύβουλο Φυλής, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε στη Β’ Εθνική. Το 2011 αποκτήθηκε από τον Απόλλωνα Σμύρνης, όπου αγωνίστηκε στην Γ΄ Εθνική και το 2012 συνέχισε στον Πανελευσινιακό, με τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε στην Δ’ Εθνική.
Το 2013 στην ηλικία των 42 ετών και ενώ είχε αποφασίσει να αποχωρήσει από την ενεργό δράση, συνέχισε τελικά παίρνοντας μεταγραφή στην Προοδευτική.
Με τη φανέλα της Προοδευτικής αγωνίστηκε στην Γ΄ Εθνική μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2014, όποτε και μεσούσης της χρονιάς έλυσε τη συνεργασία του, τερματίζοντας ουσιαστικά και την ποδοσφαιρική καριέρα του.
