“Η μητέρα μου ήρθε μόνο μια φορά στο γήπεδο, ο πατέρας μου πέθανε όταν ήμουν δεκαέξι ετών, δεν με είδε ποτέ να παίζω.
Είμαι λίγο λυπημένος, είναι ωραίο να έχεις τους γονείς σου κοντά.
Η μαμά μου δεν έβλεπε τα παιχνίδια μου, με ρωτούσε απλά, αν είχαμε κερδίσει στο τέλος.
Κατά τη διάρκεια των αγώνων πήγαινε στο νεκροταφείο για να επισκεφθεί τον μπαμπά μου.
Δουλεύω με νέους ανθρώπους, οπότε πρέπει να πω ότι δυστυχώς σήμερα δεν έχουν πολλά θετικά παραδείγματα να ακολουθήσουν.
Δεν θέλω να πω ότι δεν υπάρχουν, για παράδειγμα ο Κιελίνι για μένα είναι ένα καλό παράδειγμα παλιάς νοοτροπίας και πώς πρέπει να να παίζει ο αμυντικός στο γήπεδο.
Σήμερα τα αγόρια ψάχνουν για ήρωες στο ποδόσφαιρο, αλλά δεν νομίζω ότι χρειάζονται είδωλα, όσο χρειάζονται ακόλουθους.
Οι σημερινοί παίκτες είναι πιο ξύπνιοι, εχουν μάνατζερ και πολύ κόσμο πίσω τους, αλλά έχουν ένα κουσούρι, τα θέλουν όλα αμέσως.
Στο γήπεδο πρέπει να είσαι υπομονετικός, πρέπει να είσαι καλός στο να μπαίνεις μέσα στο γήπεδο και να βγάζεις τον καλύτερο σου εαυτό και φυσικά να περιμένεις την στιγμή σου.
Λέω πάντα στα παιδιά…
Το να παίζεις ποδόσφαιρο δεν είναι θυσία, είναι αγάπη.
Για να πετύχεις ένα αποτέλεσμα πρέπει να δουλέψεις σκληρά, αλλιώς δεν μπορείς να πετύχεις.
Για παράδειγμα στα δεκαοχτώ μου έγινα παγκόσμιος πρωταθλητής και παρ’ όλα αυτά συνέχισα με σοβαρότητα.
Για να είσαι ποδοσφαιριστής πρέπει να καταβάλεις μεγάλη προσπάθεια και είναι σημαντικό να ξέρεις πώς να συνεισφέρεις στην ομάδα.
Ως ποδοσφαιριστής αγκάλιασα ένα πολύ μεγάλο χρονοδιάγραμμα, οπότε έχω υποστεί πολλές εξελίξεις στο δέρμα μου.
Σήμερα βλέπω βιασύνη.
Υπάρχουν καλοί αμυντικοί τριγύρω, αλλά σήμερα έχουν περισσότερες μεταβλητές και ο επιτιθέμενος προστατεύεται απο παντού και επομένως είναι πιο δύσκολο γι’ αυτούς να παίξουν αυτόν τον ρόλο δυνατά.
Μετά πρέπει να ξέρουν να παίζουν με τα πόδια τους.
Σήμερα χρειαζόμαστε περισσότερη ποιότητα για τους αμυντικούς και περισσότερη ποσότητα(γκολ) για τους επιθετικούς.
Παλιά το παιχνίδι ήταν σκληρό, το γκολ δύσκολο και οι αμυντικοί ως κύριο μέλημα είχαν, να σε σταματήσουν…”
Τζουζέπε Μπέργκομι