Ο Κερτ Κομπέιν (Kurt Donald Cobain, 20 Φεβρουαρίου 1967 – 5 Απριλίου 1994) ήταν Αμερικανός μουσικός, γνωστός ως ο κύριος τραγουδιστής, κιθαρίστας και συνθέτης του εναλλακτικού ροκ συγκροτήματος Nirvana.
Σχημάτισε το συγκρότημα το 1987 μαζί με τον Κριστ Νοβοσέλιτς, ενώ το 1990 προστέθηκε και ο Ντέιβ Γκρολ.
Ο Κερτ Κομπέιν συνδέθηκε με την ανερχόμενη σκηνή του Grunge στο Σιάτλ, θεωρείται πρωτοπόρος και κορυφαίος στην ιστορία της εναλλακτική ροκ και η μουσική του επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει μέχρι σήμερα την παγκόσμια μουσική σκηνή.
Το 1991, το τραγούδι Smells like Teen Spirit από τον δίσκο Nevermind, θεωρείται ότι είχε καταλυτική επίδραση στην απομάκρυνση της ροκ μουσικής από τα κυρίαρχα είδη της δεκαετίας του 1980 και στην ανάδειξη του γκραντζ και της εναλλακτικής ροκ σκηνής.
Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης χαρακτήρισαν το τραγούδι «ύμνo» μιας ολόκληρης γενιάς και ο ίδιος ο Κομπέιν θεωρήθηκε εκπρόσωπος της αποκαλούμενης Generation X.
Το 1993, ο εκδότης του περιοδικού Rolling Stone, Ντέϊβιντ Φρίκε, χαρακτήρισε τον Κομπέιν «Τζον Λένον» του γκραντζ.
Το 2014, εντάχθηκε και επίσημα στο Rock and Roll Hall of Fame, τιμώμενος με ένα αφιέρωμα για τη συνεισφορά του στη μουσική, 20 χρόνια μετά το θάνατό του.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αντιμετώπισε προβλήματα εθισμού με ναρκωτικές ουσίες. Βρέθηκε νεκρός στην κατοικία του στο Σιάτλ, στις 8 Απριλίου 1994, ενώ ο θάνατός του εκτιμάται ότι επήλθε στις 5 Απριλίου.
Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί θεωρίες συνωμοσίας ότι ο θάνατος του Κομπέιν ήταν δολοφονία.
Ο Κομπέιν είχε παντρευτεί στις 24 Φεβρουαρίου 1992 την τραγουδίστρια Κόρτνεϊ Λαβ, κύρια τραγουδίστρια του συγκροτήματος Hole, με την οποία απέκτησαν μία κόρη, την Φρανσις Μπιν.
Ο Κομπέιν θεωρούνταν ακροαριστερός και ήταν ανοιχτά ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικής ανισότητας και προκατάληψης.
Ο Κερτ Κομπέιν γεννήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 1967 στο Αμπερντίν και πέρασε τους 6 πρώτους μήνες της ζωής του στο Hoquiam της Ουάσινγκτον, πριν η οικογένειά του μετακομίσει στο Αμπερντίν.
Οι γονείς του ήταν ο Ντόναλντ και η Γουέντι Κομπέιν. Επίσης, ο Κομπέιν είχε μια αδερφή, την Κίμπερλι και έναν ετεροθαλή αδερφό τον Τσαντ.
Ο Κερτ άρχισε να αναπτύσσει ένα ενδιαφέρον στη μουσική νωρίς στη ζωή του.
Σύμφωνα με τη θεία του Μαρί, ήταν πολύ χαρισματικός από πολύ νεαρή ηλικία.
Όταν ο Κομπέιν ήταν 8 ετών, οι γονείς του χώρισαν, ένα γεγονός που ο ίδιος υποστήριζε ότι επηρέασε βαθύτατα τη ζωή του.
Σε μια συνέντευξη το 1993, ο Κομπέιν είπε…
“Θυμάμαι να νιώθω ντροπή για κάποιο λόγο.
Ντρεπόμουν για τους γονείς μου.
Δεν μπορούσα πια να αντικρίσω κάποιους φίλους μου από το σχολείο, γιατί ήθελα να έχω την κλασική, ξέρετε, συνηθισμένη οικογένεια.
Ήθελα αυτή την ασφάλεια.”
Έπειτα από ένα χρόνο που έζησε με τη μητέρα του μετά το διαζύγιο, ο Κομπέιν μετακόμισε στο Μοντεσάνο της Ουάσιγκτον για να ζήσει με τον πατέρα του.
Στο σχολείο ο Κομπέιν δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τα αθλήματα.
Λόγω της επιμονής του πατέρα του συμμετείχε στη σχολική ομάδα πάλης στο γυμνάσιο.
Αν και ήταν καλός, το περιφρονούσε εξαιτίας της κακοποίησης που δεχόταν από άλλα μέλη της ομάδας.
Αργότερα, ο πατέρας του, τον έγραψε στον τοπικό σύνδεσμο μπέιζμπολ, όπου ο Κομπέιν απέφευγε να παίζει.
Αντί γι’ αυτό, ο Κομπέιν επικεντρωνόταν στα καλλιτεχνικά μαθήματα.
Ως έφηβος που μεγάλωνε σε μια μικρή πόλη της Ουάσινγκτον, ο Κομπέιν βρήκε τελικά διέξοδο μέσα από την σκηνή του Pacific Northwest πηγαίνοντας σε ροκ παραστάσεις στο Σιάτλ.
Τελικά, ο Κομπέιν άρχισε να συχνάζει στο χώρο εξάσκησης των συμπατριωτών του μουσικών από το Μοντεσάνο, τους Melvins.
Στη μέση της δέκατης τάξης, μετακόμισε πίσω στο Αμπερντίν για να ζήσει με τη μητέρα του.
Δύο εβδομάδες πριν την αποφοίτηση, ο Κομπέιν παράτησε το σχολείο συνειδητοποιώντας πως δεν είχε το βαθμό που απαιτούνταν για να αποφοιτήσει.
Η μητέρα του, του έδωσε τις εξής επιλογές: είτε να βρει μια δουλειά, είτε αλλιώς να φύγει.
Μετά από περίπου μια εβδομάδα, ο Κομπέιν βρήκε τα ρούχα του και τα άλλα του υπάρχοντα πακεταρισμένα σε κούτες να τον περιμένουν έξω από το σπίτι του.
Αφού αναγκάστηκε να φύγει από το σπίτι της μητέρας του, ο Κομπέιν έμενε συχνά σε σπίτια φίλων και περιστασιακά τρύπωνε στην αποθήκη της μητέρας του.
Ο Κομπέιν αργότερα υποστήριξε πως όταν δεν μπορούσε να βρει κάπου αλλού να μείνει, ζούσε κάτω από μια γέφυρα του ποταμού Wishkah, μια εμπειρία που ενέπνευσε το τραγούδι “Something in the Way” από το άλμπουμ Nevermind.
Στα τέλη του 1986, μετακόμισε στο πρώτο δικό του σπίτι και πλήρωνε το νοίκι δουλεύοντας στο παραλιακό θέρετρο, περίπου 32 χλμ. από το Αμπερντίν.
Την ίδια εποχή, ταξίδευε όλο και πιο συχνά στην Ουάσινγκτον για να συμμετέχει σε ροκ παραστάσεις. Κατά τη διάρκεια των επισκέψεων του στην Ολύμπια, άρχισε μια σχέση με την Tracy Marander.
Για τα 14α γενέθλιά του ο θείος του τον έβαλε να διαλέξει ανάμεσα σε μια κιθάρα και σε ένα ποδήλατο για δώρο.
Ο Κομπέιν διάλεξε την κιθάρα.
Άρχισε να μαθαίνει μερικά κομμάτια, συμπεριλαμβανομένων και των “Back in Black” των AC/DC και το “My Best Friend’s Girl” των The Cars και σύντομα άρχισε να δουλεύει πάνω σε δικά του τραγούδια.
Στο λύκειο, σπάνια έβρισκε κάποιον για να εξασκούνται μαζί.
Όταν σύχναζε στο χώρο εξάσκησης των Melvins, γνώρισε τον Krist Novoselic.
Η μητέρα του Novoselic είχε ένα κομμωτήριο όπου ο Κομπέιν και ο Novoselic εξασκούνταν περιστασιακά στο δωμάτιο του επάνω ορόφου.
Μερικά χρόνια αργότερα, προσπάθησε να πείσει το Novoselic να σχηματίσουν ένα συγκρότημα δανείζοντας του ένα αντίγραφο από ένα δοκιμαστικό (demo) που είχε ηχογραφήσει ο Κομπέιν με το προηγούμενο συγκρότημά του, τους Fecal Matter.
Μετά από μήνες ο Νovoselic συμφώνησε να συνεργαστεί με τον Κομπέιν.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της συνεργασίας τους, ο Novoselic με τον Κομπέιν επεξεργάζονταν μια μεγάλη λίστα ντράμερ. Τελικά, κατέληξαν στον Chad Channing, με τον οποίο ηχογράφησαν το πρώτο τους άλμπουμ το Bleach, το οποίο κυκλοφόρησε από τη Sub Pop Records το 1989.
Ο Κομπέιν, όμως, δεν ήταν ευχαριστημένος με το στυλ του Channing, οδηγώντας το συγκρότημα να ψάξει για αντικαταστάτη, καταλήγοντας τελικά στον Ντέιβ Γκρολ.
Με τον Ντέιβ Γκρολ το συγκρότημα βρήκε τη μεγαλύτερη επιτυχία του με το πρώτο τους άλμπουμ που κυκλοφόρησε από μεγάλη εταιρία, το Nevermind.
Ο Κομπέιν ένιωθε κατατρεγμένος από τα ΜΜΕ. Ακόμη, ήταν αγανακτισμένος με τα άτομα που υποστήριζαν πως ήταν φανς του συγκροτήματος, αλλά τους διέφευγε εντελώς η ιδεολογία της μπάντας.
Η Κόρτνεϊ Λαβ (Courtney Love) είδε για πρώτη φορά τον Κομπέιν να τραγουδάει σε ένα σόου το 1989 στο Πόρτλαντ του Όρεγκον και το ζευγάρι μίλησε για λίγο μετά το σόου.
Σύμφωνα με το δημοσιογράφο Έβερετ Τρου, το ζευγάρι συστήθηκε επισήμως σε μια συναυλία στο Λος Άντζελες το Μάιο του 1991 και η Λαβ τον ερωτεύτηκε.
Στoυς μήνες που ακολούθησαν, αφού η Λαβ έμαθε ότι τα συναισθήματά τους ήταν αμοιβαία, άρχισε να πολιορκεί τον Κομπέιν. Το φθινόπωρο του 1991, οι δυο τους βρίσκονταν μαζί σε μια κανονική σχέση.
Περίπου την ώρα της εμφάνισης των Nirvana στο Saturday Night Live, η Λαβ ανακάλυψε πως ήταν έγκυος το παιδί του Κομπέιν. “Τους τελευταίους μήνες αρραβωνιάστηκα και η συμπεριφορά μου έχει αλλάξει δραματικά”, είπε ο Κομπέιν σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό Sassy. “
Δεν μπορώ να πιστέψω πόσο πιο ευτυχισμένος είμαι.
Κάποιες φορές ξεχνάω ακόμα και ότι είμαι σε συγκρότημα, τόσο τυφλωμένος είμαι από αγάπη.
Ξέρω πως ακούγεται γελοίο, αλλά είναι αλήθεια”.
Λίγες μέρες μετά το τέλος της περιοδείας των Nirvana στις δυτικές ΗΠΑ, στις 24 Φεβρουαρίου 1992, ο Κομπέιν παντρεύτηκε τη Λαβ στο Γουαϊκίκι Μπιτς στη Χαβάη.
Στις 18 Αυγούστου, γεννήθηκε η κόρη του ζευγαριού, η Frances Bean Cobain.
Σε ένα άρθρο του Vanity Fair, το 1992, η Λαβ παραδέχτηκε πως έπαιρνε ηρωίνη όταν ήταν έγκυος.
Η Λαβ υποστήριξε πως το Vαnity Fair είχε διαστρεβλώσει τα λόγια της καθώς σταμάτησε τα ναρκωτικά με το που κατάλαβε πως ήταν έγκυος.
Καθώς ο έρωτας του Κομπέιν και της Λαβ τραβούσε πάντα την προσοχή των ΜΜΕ, το ζευγάρι βρέθηκε κυνηγημένο από τους δημοσιογράφους των κουτσομπολίστικων εντύπων.
Το τμήμα για τη φροντίδα των παιδιών του Λος Άντζελες πήγε τους Κομπέιν στο δικαστήριο, υποστηρίζοντας πως η χρήση ναρκωτικών του ζευγαριού, τους έκανε ακατάλληλους για γονείς.
Τους αφαιρέθηκε από το δικαστήριο η επιμέλεια της μόλις δύο εβδομάδων Frances Bean Cobain και δόθηκε στην αδερφή της Κόρτνεϊ, την Jamie, για αρκετές εβδομάδες, μέχρι που το ζευγάρι κέρδισε τελικά την επιμέλεια.
Κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ζωής του, ο Κομπέιν πάλευε με τη χρόνια βρογχίτιδα και με έντονους σωματικούς πόνους από μια χρόνια στομαχική ασθένεια που δε διαγνώστηκε ποτέ.
Αυτή η κατάσταση με το στομάχι του, τον εξουθένωνε συναισθηματικά και πέρασε χρόνια προσπαθώντας να βρει την αιτία της. Ωστόσο κανένας από τους γιατρούς που συμβουλεύτηκε δε στάθηκε ικανός να επισημάνει την ακριβή αιτία.
Η πρώτη του εμπειρία με τα ναρκωτικά ήταν όταν το 1980, σε ηλικία 13 ετών πήρε μαριχουάνα.
Η πρώτη εμπειρία του Κομπέιν με την ηρωίνη ήταν το 1986, όταν του χορηγήθηκε από τον τοπικό έμπορο ναρκωτικών στην Τακόμα, της Ουάσινγκτον.
Ο Κομπέιν έπαιρνε ηρωίνη σποραδικά για κάποια χρόνια, αλλά μέχρι το 1990 είχε γίνει μια πλήρως ανεπτυγμένη εξάρτηση.
Ο Κομπέιν υποστήριξε πως ήταν “αποφασισμένος να αποκτήσει μια συνήθεια” ως ένα τρόπο να ανακουφίσει τον εαυτό του από την κατάσταση του στομάχου του.
Όπως αφηγείται ο Κομπέιν “Ξεκίνησα με συνεχόμενες μέρες που έπαιρνα ηρωίνη και δεν ένιωθα κανένα πόνο στο στομάχι μου”.
Έκανε την πρώτη του προσπάθεια να αποτοξινωθεί στις αρχές του 1992, λίγο μετά αφού έμαθε πως αυτός και η Λαβ θα γίνονταν γονείς. Πριν από μία συναυλία στο New Music Seminar στη Νέα Υόρκη, τον Ιούλιο του 1993, πήρε υπερβολική δόση ηρωίνης.
Αντί να καλέσει ασθενοφόρο, η Λαβ έκανε στον Κομπέιν μια ένεση Narcan, που είχε αποκτήσει παράνομα, για να τον συνεφέρει. Ο Κομπέιν εκείνο το βράδυ έπαιξε με τους Nirvana, χωρίς να δώσει στο κοινό κανένα σημάδι πως κάτι πέραν του κανονικού είχε συμβεί.
Μετά από μια συναυλία στο Μόναχο της Γερμανίας, την 1η Μαρτίου 1994, διαγνώστηκε πως έπασχε από βρογχίτιδα και οξεία λαρυγγίτιδα. Πέταξε στη Ρώμη και η σύζυγος του στις 3 Μαρτίου.
Το επόμενο πρωί η Λαβ ξύπνησε και βρήκε τον Κομπέιν αναίσθητο εξαιτίας του συνδυασμού μεγάλων ποσοτήτων σαμπάνιας και Rohypnol (η Λαβ είχε μια ιατρική συνταγή για Rohypnol, που είχε πάρει μόλις έφτασε στη Ρώμη).
Μεταφέρθηκε αμέσως στο νοσοκομείο και μετά από πέντε μέρες του δόθηκε εξιτήριο και επέστρεψε στο Σιάτλ.
Στις 18 Μαρτίου, η Λαβ τηλεφώνησε στην αστυνομία για να τους πληροφορήσει πως ο Κομπέιν είχε κλειδωθεί σε ένα δωμάτιο μαζί με ένα όπλο.
Η αστυνομία έφτασε και κατάσχεσε αρκετά όπλα και ένα μπουκαλάκι χάπια από τον Κομπέιν, ο οποίος επέμενε πως είχε κλειδωθεί στο δωμάτιο για να κρυφτεί από τη Λαβ.
Όταν ρωτήθηκε από την αστυνομία, η Λαβ είπε ότι ο Κομπέιν δεν είχε αναφέρει ποτέ πως ήθελε να αυτοκτονήσει και ότι εκείνη δεν τον είχε δει ποτέ με όπλο.
Η Λαβ κανόνισε ένα “συμβούλιο” για την αντιμετώπιση του εθισμού του Κομπέιν στα ναρκωτικά που έλαβε χώρα στις 25 Μαρτίου.
Τα δέκα άτομα που συμμετείχαν ήταν φίλοι του μουσικοί, εντεταλμένοι της δισκογραφικής εταιρίας με την οποία συνεργαζόταν και ένας από τους καλύτερούς του φίλους, ο Dylan Carlson.
Μέχρι το τέλος της μέρας, ο Κομπέιν είχε συμφωνήσει να μπει σε πρόγραμμα αποτοξίνωσης και πήγε στο Exodus Recovery Center στο Λος Άντζελες, στην Καλιφόρνια στις 30 Μαρτίου.
Την επόμενη νύχτα, βγήκε έξω να κάνει ένα τσιγάρο, μετά σκαρφάλωσε πάνω από τον φράκτη και έφυγε από την εγκατάσταση. Πήρε ένα ταξί για το αεροδρόμιο του Λος Άντζελες από όπου πέταξε πίσω στο Σιάτλ.
Κατά τις 2 και 3 Απριλίου εθεάθη σε διάφορες τοποθεσίες του Σιάτλ, αλλά οι περισσότεροι φίλοι του και η οικογένειά του δεν είχαν ιδέα για το που βρισκόταν. Στις 3 Απριλίου, η Λαβ επικοινώνησε με τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Τομ Γκραντ και τον προσέλαβε για να βρει τον Κομπέιν.
Στις 7 Απριλίου, το συγκρότημα ανακοίνωσε πως δε θα συμμετείχε στο μουσικό φεστιβάλ Lollapalooza εκείνη τη χρονιά.
Στις 8 Απριλίου 1994, το σώμα του Κομπέιν ανακαλύφθηκε στο σπίτι του στη λίμνη Ουάσινγκτον, από έναν ηλεκτρολόγο που είχε πάει εκεί για να εγκαταστήσει ένα σύστημα ασφαλείας.
Ο ηλεκτρολόγος ανέφερε πως δεν είδε κανένα σημάδι τραυματισμού και αρχικά νόμιζε πως ο Κομπέιν κοιμόταν, μέχρι τη στιγμή που είδε το όπλο που ήταν στραμμένο προς το πρόσωπο του.
Ένα σημείωμα βρέθηκε που έλεγε “Δεν έχω νιώσει τη διέγερση που μου προκαλούσε το να ακούω και να δημιουργώ μουσική, μαζί με το πραγματικό γράψιμο εδώ και πάρα πολλά χρόνια”.
Το σώμα του βρισκόταν εκεί για μέρες και βρέθηκαν σ`αυτό συγκεντρωμένα μεγάλα ποσά ηρωίνης και ίχνη από ηρεμιστικά.
Η ιατροδικαστική έκθεση εκτιμά πως πέθανε στις 5 Απριλίου 1994.
Στις 10 Απριλίου έλαβε χώρα μια ολονυχτία για τον Κερτ Κομπέιν σε ένα πάρκο στο κέντρο του Σιάτλ όπου συγκεντρώθηκαν περίπου 7.000 άτομα για να θρηνήσουν.
Στο μνημόσυνο προβλήθηκαν μαγνητοσκοπημένα μηνύματα και τραγούδια και η Κόρτνει Λαβ διάβασε στο πλήθος κομμάτια από το σημείωμα που είχε αφήσει ο Κομπέιν, κλαίγοντας και καταριώντας τον Κερτ επειδή την άφησε.
Προς το τέλος της ολονυχτίας, η Λαβ έφτασε στο πάρκο και μοίρασε σε όσους είχαν απομείνει κάποια από τα ρούχα του Κομπέιν.