Το 1938 η Γερμανία καταλαμβάνει την Αυστρία, ολοκληρώνοντας έτσι την «την Ένωση» που οραματιζόταν, ο αυστριακής καταγωγής, Χίτλερ.
Η εθνική ομάδα της Αυστρίας, η οποία είχε καταφέρει να περάσει στο επόμενο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στη Γαλλία, διαλύθηκε.
Στις 3 Απριλίου του ίδιου έτους αποφασίστηκε να διεξαχθεί ένας αγώνας, προς τιμήν της «ένωσης» αυτής, μεταξύ της Αυστρίας και της Γερμανίας.
Ο αγώνας θα γινόταν στο στάδιο Πράτερ στη Βιέννη και προσκεκλημένοι ήταν αξιωματούχοι του Γ΄ Ράιχ.
Ο Ζίντελαρ, που ήταν αρχηγός της ομάδας, αποφάσισε να συμμετέχουν όχι με τις παραδοσιακές ασπρόμαυρες στολές της χώρας, αλλά με νέες σε χρώματα κόκκινο – άσπρο – κόκκινο.
Το παιχνίδι ήταν κανονισμένο να λήξει ισόπαλο.
Ο Ζίντελαρ όμως σκόραρε το πρωτο γκολ της ομαδας του στο 70ο λεπτο και το πανηγύρισε εξαλα μπροστά στην εξέδρα των επισήμων. Ο αγώνας τελείωσε τελικά 2-0 υπέρ των Αυστριακών, με το δεύτερο γκολ να το πετυχαίνει ο Καρλ Σέστα με μακρινό φάουλ.
Στον επαναληπτικό αγώνα η Γερμανία νίκησε 9-1 με την Αυστρία να εχει παρατήσει από αντίδραση το παιχνίδι. Φυσικα ο Ζίντελαρ αρνήθηκε να συμμετασχει με την Εθνικη ομαδα της Γερμανιας στο Μουντιάλ.
Στις 29 Ιανουαρίου 1939, ο Ματίας Ζίντελαρ και η φίλη του Καμίλα Καστανιόλα βρέθηκαν νεκροί στο σπίτι τους. Δεν υπήρχαν ενδείξεις δολοφονίας και η επίσημη εκδοχή ήταν ότι οι θάνατοι οφείλονταν σε δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα.
Ο Αυστριακός συγγραφέας Φρίντριχ Τόρμπεργκ εμπνεύστηκε ένα ποίημα από τον θάνατό του, («Auf den Tod eines Fußballers» – Για τον θάνατο ενός ποδοσφαιριστή) στο οποίο εμφανίζει τον Ζίντελαρ να αυτοκτονεί επηρεασμένος από την κατοχή της Αυστρίας.
Αρκετοί ισχυρίστηκαν πως ο θάνατος προήλθε από ατύχημα, ενώ το 2000, σε ένα ντοκιμαντέρ του BBC,ο φίλος του Ζίντελαρ, Έγκον Ούλμπριχ υποστήριξε πως οι τοπικές ναζιστικές αρχές εκείνης της εποχής σκηνοθέτησαν το θάνατό του ώστε να φανεί σαν ατύχημα, καθώς σύμφωνα με τους νόμους των Ναζί, εάν κάποιος αυτοκτονούσε ή δολοφονούνταν δεν μπορούσε να ταφεί με τιμές.
Έτσι έπρεπε κάτι να κάνουν ώστε να μην αποκαλυφθούν τα στοιχεία που έδειχναν πως πρόκειται για έγκλημα.
Ο Ζίντελαρ δεν ήταν ψεύτικος και στημένος.
Ήταν μια προσφορά, μια διαφορά, το άγγιγμα ενός καλλιτέχνη.
Η απόρριψη της ναζιστικής ιδεολογίας, το επάγγελμα της φίλης του, η οποία ήταν δασκάλα της εβραϊκής θρησκείας από το Μιλάνο, η ψυχρότητα που έδειξε προς τη φυσιογνωμία του Φύρερ…
Πολλά στοιχεία οδήγησαν και εξακολουθούν να οδηγούν στην Γκεστάπο και στη δολοφονία που οργάνωσε η μυστική αστυνομία του καθεστώτος.