«Η Μίλαν, ξαναγεννιόταν, κάτι δυνατό έβαζε τις βάσεις του.
Μόλις έφτασαν ο Πίπο Ιντζάγκι και ο Αντρέα Πίρλο, στον πάγκο ο Τούρκος Φατίχ Τερίμ, γνωστός και ως Αυτοκράτορας.
Ένα καλοκαιρινό βράδυ, εν μέσω μεταγραφικού παζαριού, ο Γκαλιάνι προσκάλεσε εμένα, τον Μπράιντα και μερικούς συμπαίκτες μου για δείπνο…
«Παιδιά, υπάρχει ένα επείγον θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Ο Ρούι Κόστα, φεύγει απο την Φιορεντίνα, η οποία έχει οικονομικά προβλήματα, ο Τερίμ τον θέλει, αλλά ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι είναι νέος πρωθυπουργός και πιστεύει ότι δεν είναι δημοφιλές να ξοδέψεις πολλά λεφτά για έναν παίκτη.
Πρέπει να πειστεί.
Αν δεν τον πείσουμε, σε λίγες ώρες, ο Ρούι Κόστα, θα υπογράψει στη Λάτσιο».
Ενώ τρώγαμε χτύπησε το τηλέφωνο του Γκαλιάνι και άλλαξε έκφραση.
Ξεφορτώθηκε την μπουκιά που είχε στο στόμα του και σηκώθηκε και έτρεξε.
Βλέποντας τον ξανά μετά από λίγα λεπτά, μου έγνεψε απο μακριά.
“Aντρέι, έλα μαζί μου για μια στιγμή, σε παρακαλώ.”
Βγήκαμε από το εστιατόριο.
Μου έδειξε το τηλέφωνό και μου το έδωσε.
“Είναι ο πρόεδρος Μπερλουσκόνι”
Άλλαξα και εγώ την έκφραση μου, όπως αυτός νωρίτερα.
-Γεια σου Aντρέι.
-Καλησπέρα Πρόεδρε.
-Λοιπόν Αντρέι… Αυτός ο Ρούι Κόστα, τι λές, αξίζει??
-Πρόεδρε, πρέπει να τον αγοράσουμε αυτόν.
-Το φαντάστηκα ότι θα απαντούσες έτσι.
Έλα, φέρε τον Γκαλιάνι.
Πηγα μερικά βήματα μακριά, αλλά κατάφερα να κρυφακούσω…
«Ναι, ναι Πρόεδρε. Είναι εντάξει πρόεδρε. Εντάξει, εντάξει πρόεδρε. Ευχαριστώ, Πρόεδρε.”
Μετά την κλήση, ο Γκαλιάνι με πλησίασε, τόσο χαρούμενος όσο όταν πανηγύριζε γκολ στην κερκίδα.
Με αγκάλιασε σφιχτά.
Η Μίλαν μόλις είχε αγοράσει τον Ρούι Κόστα. “
Αντρέι Σεφτσένκο