”Όταν κρέμασα τα παπούτσια μου για τελευταία φορά ήταν σαν να απελευθερωνόμουν.
Ο φυσικός πόνος που ένιωθα ήταν ένα πραγματικό βασανιστήριο και με συνόδευε σε όλη μου την ποδοσφαιρική ζωή.
Τα τελευταία χρόνια ο πόνος που ένιωθα ήταν μεγαλύτερος από αυτόν που μπορούσα να αντέξω.
Όταν έπαιζα στη Μπρέσια, δυσκολευόμουν να περπατήσω για δύο ημέρες έπειτα από κάθε παιχνίδι.
Όταν πήγαινα σπίτι, δεν μπορούσα να βγω από το αμάξι και χρειαζόταν να βάζω το ένα πόδι στο έδαφος και να κρατιέμαι από την πόρτα για να σηκωθώ.
Την επόμενη Κυριακή θα έπαιζα πάλι.
Πλακωνόμουν στα αντιβιοτικά, αλλά θα έπαιζα.
Έδωσα τα πάντα στο ποδόσφαιρο.
Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, αλλά όταν αποσύρθηκα αισθανόμουν χαρά που είχα εκπληρώσει τους στόχους μου.
Δεν θα μπορούσα να είχα κάνει περισσότερα.
Στο San Siro, στο τελευταίο μου παιχνίδι για τη Serie A και στη Γένοβα στην τελευταία μου εμφάνιση για την Εθνική Ιταλίας, οι οπαδοί με ξεπλήρωσαν για όλα αυτά.
Ο πρώτος μου τραυματισμός ήταν το 1985 σε ηλικία 18 ετών…
Ήταν η εισαγωγή μου στο ποδόσφαιρο.
Εάν κινδύνευα να φουσκώσουν τα μυαλά μου με τον κόσμο να με αποκαλεί φαινόμενο, η πραγματικότητα με επανέφερε στη Γη. Τότε, άφησα σε εκείνο το γήπεδο το μηνίσκο και τον χιαστό μου.
Οι γιατροί κοίταξαν το γόνατό μου, κούνησαν το κεφάλι τους και είπαν πως ήταν απίθανο να έπαιζα ξανά ποδόσφαιρο.
Είχα συνολικά έξι εγχειρήσεις στα γόνατά μου, τέσσερις στο δεξί και δύο στο αριστερό μου πόδι.
Εκείνα τα χρόνια, ο μηνίσκος ήταν καταστροφή, αλλά τώρα μου φαίνεται σαν μία επέμβαση ρουτίνας.
Κάθε φορά που έμπαινα μέσα στο τούνελ δεν σταματούσα να κοιτάζω ποτέ το φως στο βάθος του.
Η εγχείρηση που έκανα στη Γαλλία ήταν η χειρότερη.
Έπρεπε να κάνουν μία τρύπα στην κνήμη μου για να φτιάξουν τον τένοντα που είχε υποστεί ζημιά και εγώ δεν μπορούσα να πάρω αντιφλεγμονώδη επειδή ήμουν αλλεργικός. Μου έκαναν 220 εσωτερικά ράμματα.
Έφτασα να πω στη μητέρα μου “Εάν με αγαπάς, σκότωσέ με”.
Ήταν η απελπισία ενός ανθρώπου που υπέφερε και έβλεπε τα όνειρα μίας ζωής να φεύγουν.
Δύο εβδομάδες μετά την εγχείριση, έχασα 12 κιλά.
Δεν έτρωγα και έκλαιγα συνέχεια, λόγω του πόνου.
Εάν πω ότι ποτέ δεν σκέφτηκα να πετάξω λευκή πετσέτα, θα έλεγα ψέματα.
Υπήρχαν μερικές πολύ άσχημες και μαύρες στιγμές αλλά κάθε φορά αντιδρούσα.
Έλεγα στον εαυτό μου ότι θα έφτανα μέχρι το τέλος.
Ήθελα να αποδείξω ότι ήμουν πιο δυνατός από την κακή τύχη μου και πως αυτό το όνειρο άξιζε περισσότερο από ένα γόνατο.
Το ποδόσφαιρο ήταν άλλωστε το πάθος μου.
Συνήθιζα να πηγαίνω στο μπάνιο παίρνοντας και τη μπάλα μαζί μου.”
Ρομπέρτο Μπάτζιο