”Δεν έχω μέσα κοινωνική δικτύωσης, αλλά κάθε τόσο η κόρη μου με βάζει σε μπελάδες.
Το βίντεο με το αυτοκίνητο μου, στον κήπο, ήταν έκπληξη και για μένα, είχε βγάλει μια φωτογραφία κρυφά μια φίλη μου και θύμωσα γιατί δεν κατάλαβα από πού προερχόταν.
Ήταν απροσδόκητα πράγματα.
Με το Panda πηγαίνω εκεί στο δάσος και δουλεύω.
Πώς ήταν για τα παιδιά μου, να έχουν πατέρα τον Μπάτζιο…
Δεν νομίζω να ήταν τόσο απλά, γιατί δεν αφήνει ο κόσμος να είναι απλά, αναπόφευκτα είναι όλα συγκρίσεις.
Όταν ξεκίνησε να παίζει ο γιος μου ποδόσφαιρο στα εφτά του χρόνια, δεν μπορώ ουτε να προφέρω τα σχόλια που άκουσα.
Ήταν πραγματικά ενοχλητικό για μένα αλλά και για το παιδί.
Τον συνόδευα για να βλέπω τους αγώνες, μετά σταμάτησα γιατί ήθελα να αποφύγω να ακούω ορισμένα πράγματα.
Το ποδόσφαιρο?
Μου λείπει να παίζω, ήταν η ζωή μου, αλλά δυστυχώς, όπως όλα τα καλά, έρχεται μια μέρα που προφανώς πρέπει να σταματήσεις.
Ήμουν λίγο ζόρικος γιατί στο τέλος ακόμα και η προπόνηση έγινε προβληματική, αλλά δεν έχω μετανιώσει.
Στο τελευταίο ματς, είπα “επιτέλους” έφτασα σε αυτό…
Είκοσι χρόνια με πόνους και τραυματισμούς κάθε είδους.
Την ημέρα που τα παράτησα, εκείνη Κυριακή πήγα στην Αργεντινή.
Είπα στον εαυτό μου ότι θα πάρω τα πράγματά μου και θα φύγω για να με ξεχάσουν και να ξεχαστώ κι’εγώ, να ηρεμήσω.
Πραγματικά έφυγα από αυτόν τον κόσμο του ποδοσφαίρου, δεν ήθελα να βλέπω κανέναν πια και ήθελα να μείνω μόνος, τελικά ήταν μια απελευθέρωση.”
Ρομπέρτο Μπάτζιο