Ο Τόνι Κούκοτς, γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1968, είναι Κροάτης πρώην διεθνής καλαθοσφαιριστής και νυν ειδικός σύμβουλος του ιδιοκτήτη των Σικάγο Μπουλς στο ΝΒΑ. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους και πολυσύνθετους Ευρωπαίους καλαθοσφαιριστές.
Η καριέρα που διήρκησε 21 χρόνια (1985-2006) και κατέκτησε τους σημαντικότερους διεθνής και συλλογικούς τίτλους: Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης και Πρωτάθλημα ΝΒΑ.
Στέφθηκε επίσης δύο φορές αργυρός Ολυμπιονίκης.
Έχει πληθώρα ατομικών διακρίσεων αφού ανακηρύχθηκε εννέα φορές Ευρωπαίος παίκτης της χρονιάς (τέσσερις στην ψηφοφορία του Mr. Europa και πέντε στην αντίστοιχη του Euroscar) και υπήρξε τρεις φορές MVP του φάιναλ φορ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών.
Από το 1991 αποτελεί έναν από τους 50 σπουδαιότερους αθλητές της FIBA (ψηφίστηκε 5ος όλων των εποχών), το 2008 ένας από τους 50 σπουδαιότερους συνεισφέροντες της Ευρωλίγκα, το 2017 εισήχθη στο Hall of Fame της Διεθνoύς Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης και το 2021 στο Naismith Memorial Basketball Hall Of Fame.
Ο Κούκοτς ξεκίνησε το μπάσκετ στην Γιουγκοπλάστικα και πρωτοεμφανίστηκε στο τότε πολύ δυνατό γιουγκοσλαβικό πρωτάθλημα τη σεζόν 1985-86, σε ηλικία μόλις 17 ετών.
Λίγα χρόνια αργότερα έγινε γνωστός σε όλη την Ευρώπη ως μέλος των περίφημων «μωρών του Μάλκοβιτς», ενός πολύ νεανικού ρόστερ (Ράτζα, Περάσοβιτς, Τάμπακ) που κατέκτησε τρία συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών (1989, 1990, 1991), τα δύο στο πλαίσιο τριπλ κράουν.
Το καλοκαίρι του 1991 υπέγραψε στην ιταλική Μπενετόν Τρεβίζο με ένα γιγάντιο (για τα τότε δεδομένα) συμβόλαιο 13 εκατομμυρίων δολαρίων για πέντε χρόνια.
Στην παρθενική του χρονιά οδήγησε την ομάδα στην κατάκτηση του πρώτου ιταλικού πρωταθλήματος της ιστορίας της, ενώ την επόμενη σεζόν έφτασε ως τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, όπου όμως ηττήθηκε από τη Λιμόζ.
Ο Κούκοτς είχε επιλεγεί στο ΝΒΑ (ντραφτ) το 1990 από τους Σικάγο Μπουλς, αλλά είχε προτιμήσει να παραμείνει στην Ευρώπη.
Τελικά το καλοκαίρι του 1993 έσπασε το συμβόλαιό του με την Μπενετόν και υπέγραψε στους Μπουλς, με τους οποίους θα αγωνιζόταν τα επόμενα εξίμισι χρόνια.
Ο ρόλος του στην ομάδα ήταν αυτός του «έκτου παίκτη» – για την ακρίβεια, ο προπονητής Φιλ Τζάκσον έχτισε πάνω στις ικανότητές του ένα μοντέλο παίκτη που συνήθως δεν ξεκινούσε στην αρχική πεντάδα (εξ ου και το έκτος), γινόταν όμως το κλειδί σε πολλές τακτικές που εφαρμόζονταν στον αγώνα ανάλογα με την εξέλιξή του.
Ήταν σταθερά ο τρίτος σκόρερ της περίφημης ομάδας του «θριπίτ» (τρεις συνεχόμενοι τίτλοι – 1996, 1997, 1998) μετά τους Τζόρνταν και Πίπεν, με μέσο χρόνο συμμετοχής γύρω στα 28 λεπτά ανά αγώνα.
Τις σεζόν 1995-96 και 1997-98 ήταν επίσης δεύτερος στις ασίστ.
Μετά το πρωτάθλημα του 1998, οι Μπουλς μπήκαν σε τροχιά ανανέωσης του έμψυχου δυναμικού.
Ο Κούκοτς δεν κατάφερε να βοηθήσει την ομάδα στη μετα-Τζόρνταν εποχή και έμεινε μέχρι τις αρχές του 2000 για να ακολουθήσουν σύντομα περάσματα από τους Σίξερς και τους Χοκς και τέλος μία τετραετία (2002-2006) στους Μιλγουόκι Μπακς, όπου έκλεισε την καριέρα του.
Ο Κούκοτς ξεκίνησε από τις «μικρές εθνικές» της Γιουγκοσλαβίας.
To 1987 αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής νέων, σκοράροντας στον τελικό 11 τρίποντα εναντίον της ομάδας των ΗΠΑ.
Ήταν στη δωδεκάδα της ανδρικής εθνικής στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας και τους Ολυμπιακούς της Σεούλ (1987 και 1988 αντίστοιχα), χωρίς να πάρει πολύ χρόνο συμμετοχής.
Αντίθετα, είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη χρυσή τριετία που ακολούθησε, κατακτώντας με τους «πλάβι» το Ευρωμπάσκετ 1989, το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα 1990 και το Ευρωμπάσκετ 1991 – στα δύο τελευταία μάλιστα ψηφίστηκε MVP του τουρνουά.
Μετά τη διάλυση της ομοσπονδίας (1991) επέλεξε την Εθνική Κροατίας, με κορυφαία στιγμή το αργυρό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης (1992).
Το 1996, μετά τους Ολυμπιακούς της Ατλάντας, αποσύρθηκε από την εθνική ομάδα μαζί με την υπόλοιπη «παλιά φρουρά» (Ράτζα, Τάμπακ, Βράνκοβιτς, Κόμαζετς κ.ά.), επέστρεψε όμως για μια τελευταία εμφάνιση στο Ευρωμπάσκετ 1997.
Συμμετείχε συνολικά σε 10 μεγάλες διοργανώσεις επιπέδου ανδρών (5 Ευρωμπάσκετ, 2 Παγκόσμια Πρωταθλήματα και 3 Ολυμπιακούς Αγώνες) και ανέβηκε στο βάθρο 8 φορές.
Με ύψος 2,08 μ., ασυνήθιστη για το μπόι του τεχνική και αριστερόχειρας, ο Κούκοτς έχει περάσει στην ιστορία ως ένας απ’ τους πιο πολυσύνθετους καλαθοσφαιριστές όλων των εποχών.
Ως «φυσική θέση» του αναφέρεται αυτή του σμολ φόργουορντ, στην πραγματικότητα όμως ήταν ο ορισμός του all-around – ο παίκτης που μπορούσε να παίξει οπουδήποτε, ανάλογα με τις ανάγκες της ομάδας και τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου.
Ήταν επαρκώς ψηλός για να παίξει μέσα στη ρακέτα (ειδικά απέναντι σε αργά τεσσάρια ή ελαφριά πεντάρια) αλλά σχετικά αδύνατος, διέθετε πλαστικότητα στις κινήσεις και μακρινό σουτ επιπέδου σούτινγκ γκαρντ, η ικανότητά του στο χειρισμό της μπάλας και τις ασίστ συγκρινόταν με πλέι μέικερ.
Τον συνοδεύουν τα προσωνύμια Ροζ Πάνθηρας (για την ευλυγισία και την ικανότητα να «ξεκλειδώνει» τα αμυντικά συστήματα των αντιπάλων), White Magic (λευκή μαγεία αλλά και λευκός Μάτζικ), Αράχνη του Σπλιτ, Σερβιτόρος.
Τίτλοι…
Γιουγκοπλάστικα
3x Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης: (1989, 1990, 1991)
4x Πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας: (1988, 1989, 1990, 1991)
2x Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας: (1990, 1991)
2x Τριπλ Κράουν: (1990, 1991)
Μπενετόν Τρεβίζο
Πρωτάθλημα Ιταλίας: (1992)
Κύπελλο Ιταλίας: (1993)
Σικάγο Μπουλς
3x Πρωταθλητής NBA: (1996, 1997, 1998)
Ατομικές διακρίσεις
3x MVP του Final-4 του Κυπέλλου Πρωταθλητριών: (1990, 1991, 1993)
Πρώτος σκόρερ στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών: (1990)
2x Καλύτερη ομάδα του Final-4 της Ευρωλίγκα: (1991, 1993)
Mr. Europa: (1990, 1991, 1992, 1996)
Euroscar: (1990, 1991, 1994, 1996, 1998)
FIBA All Star Game: (1991)
Έκτος Παίκτης της Χρονιάς στο NBA: (1996)
Δεύτερη Καλύτερη ομάδα ρούκι στο NBA: (1994)
Έκτος Παίκτης της Χρονιάς στο NBA: (1996)
3x Κροάτης αθλητής της χρονιάς: (1989, 1990, 1991)
50 μεγαλύτεροι συντελεστές της Ευρωλίγκας: (2008)
FIBA Hall of Fame: (2017)
Naismith Memorial Basketball Hall Of Fame: (2021)
Το 1991 επιλέχθηκε ανάμεσα στους 50 καλύτερους μπασκετμπολίστες όλων των εποχών της FIBA (πλην NBA) : 5η θέση
Εθνική ομάδα
2x Ευρωμπάσκετ: (1989, 1991)
Παγκόσμιο Πρωτάθλημα: (1990)
Ατομικοί
MVP στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα: (1990)
MVP στο Ευρωμπάσκετ 1991
Καλύτερη ομάδα στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα: (1990)
2x Καλύτερη ομάδα στο Ευρωμπάσκετ: (1991, 1995)